Να ξανασκεφτούμε την πολιτική
Συνέντευξη στην εφημερίδα FREE SUNDAY

logo_freesundayΣυνέντευξη στην εφημερίδα “FREE SUNDAY” και στη δημοσιογράφο Αγγελική Σπανού, έδωσε σήμερα Κυριακή 20 Νοεμβρίου, η Βουλευτής Δράμας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Χαρά Κεφαλίδου.

Στον κίνδυνο Τραμπ, η Βουλευτής βλέπει μια ευκαιρία για την Ε.Ε. να επιταχύνει την πορεία της προς την ολοκλήρωση και θεωρεί πως οι πολιτικές ηγεσίες πρέπει να ξανακοιτάξουν τον Ευρωπαίο πολίτη στα μάτια.

Ποιο είναι το βασικό σας πολιτικό συμπέρασμα από τις αμερικανικές εκλογές;

Για να οδηγηθούμε σε πολιτικά συμπεράσματα από ένα γεγονός οφείλουμε να το αναλύσουμε, κατανοώντας πρώτα το περιβάλλον του. Εάν θέλουμε να καταλάβουμε την Αμερική που ανέδειξε ως 45ο Πρόεδρό της τον Ντόναλντ Τραμπ –γκροτέσκο πολιτικό για τον μέσο Ευρωπαίο–, πρέπει να σκεφτούμε με όρους Αμερικής, που σημαίνει άλλη κουλτούρα, άλλες συνήθειες και διαφορετικές απαιτήσεις του πολίτη από την ηγεσία του.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι μόνο η Νέα Υόρκη, η Ουάσινγκτον και το αστραφτερό L.A. Η βαθιά Αμερική των Μεσοδυτικών Πολιτειών αισθάνεται να έχει βγει από το κάδρο της Αμερικής των μεγάλων ευκαιριών. Οι πολίτες τα βγάζουν όλο και πιο δύσκολα πέρα στην καθημερινότητά τους. Η μικρομεσαία τάξη του Μίσιγκαν και της Πενσιλβάνια ψάχνει να βρει ποιος έφταιξε και το αμερικάνικο όνειρο εξαφανίστηκε.

Στη διαδικασία αυτή καταδικάζει το πολιτικό σύστημα, την πολιτική ορθότητα, και αναζητά ελπίδα στην πραγματική οικονομία και σε αυτόν που θεωρεί ότι την εκπροσωπεί. Ένα μοντέλο άξεστου και κάπως χοντροκομμένου μεν, πλην όμως επιτυχημένου δισεκατομμυριούχου επιχειρηματία που δεν χαμπαριάζει από αφηρημένες έννοιες κοινωνικού κράτους, σεβασμού ατομικών δικαιωμάτων, αναδιανομής του πλούτου κ.λπ. Ο μικρομεσαίος Αμερικανός, απογοητευμένος, δοκιμάζει την τύχη του ποντάροντας σε αυτόν που του μιλά στη γλώσσα που καταλαβαίνει, έστω κι αν αποδοκιμάζει θέσεις και συμπεριφορές του, θεωρώντας πραγματοποιήσιμες τις υποσχέσεις για δουλειά και ευκαιρίες για όλους. Η εκλογή Τραμπ μόλις άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο της κρίσης, όχι της ελληνικής, της παγκόσμιας.


Πόσο μας αφορούν όλα αυτά που συμβαίνουν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού;

Η ευδιάκριτη απέχθεια του νέου Προέδρου για πολιτική και διπλωματική ανάμειξη των ΗΠΑ στο εξωτερικό, αφετηρία για πολιτικό και οικονομικό απομονωτισμό, αναμενόμενα δημιουργεί αλυσίδα ζητημάτων σε ολόκληρη την Ευρώπη, που τον τελευταίο καιρό η ενότητά της κλυδωνίζεται όσο ποτέ στο παρελθόν.

Μια ιδέα για όσα έχουμε να περιμένουμε ως χώρα από την εκλογή Τραμπ μας δίνουν οι λίγες αναφορές του στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, με προεξάρχουσα αυτήν που θεωρεί την Ελλάδα χαμένη υπόθεση με την οποία δεν πρέπει να ασχοληθούν οι ΗΠΑ! Στη δήλωση προστέθηκε και άλλη, στη διάρκεια της παρουσίασης των θέσεών του για το αμερικανικό χρέος, όπου η Ελλάδα ήταν το παράδειγμα μιας χώρας που δεν μπορεί να σωθεί, παράδειγμα προς αποφυγή. Με αυτές τις θέσεις, η αμερικανική υποστήριξη για το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους μόνο δεδομένη δεν είναι.

Πέρα όμως από το καθαρά άμεσα δικό μας πρόβλημα, η άνοδος ενός «εθνικιστή» ηγέτη στην Προεδρία της ισχυρότερης χώρας του κόσμου, που μετά το Brexit βλέπει κι άλλες χώρες να αποχωρούν από την Ε.Ε. και πιστεύει ότι η Ελλάδα θα ορθοποδήσει επιστρέφοντας στο εθνικό της νόμισμα, μόνο ανησυχία και ανασφάλεια δημιουργεί. Θέσεις που τρέφουν εθνικιστικές και ακροδεξιές απόψεις –όπως αυτές που εκφράστηκαν από τον κ. Τραμπ– σε μια Ευρώπη που διχάζεται, με άνοδο κομμάτων ακραίου αντιευρωπαϊσμού λίγο πριν από τις εκλογές στην Αυστρία, Γαλλία, Γερμανία και ενδεχόμενα στην Ιταλία, εγκαθιστούν ένα περιβάλλον γενικευμένης κρίσης.

Το ηχηρό χαστούκι που δέχτηκε η Δύση από το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών ελπίζω να ενεργοποιήσει το αίσθημα αυτοσυντήρησης της Γηραιάς Ηπείρου. Εύχομαι η βοήθεια του Κογκρέσου και των αρμόδιων υπηρεσιών (State Department, Πεντάγωνο, Υπηρεσίες Πληροφοριών κ.λπ.), με την αυξημένη επιρροή τους στη διαμόρφωση της αμερικανικής πολιτικής, να μετασχηματίσει τις προεκλογικές δηλώσεις του νέου Προέδρου με τις ελάχιστες γνώσεις σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.

Αυτή θα είναι η καλή εκδοχή! Την άλλη δεν θέλω να τη σκέφτομαι ούτε για την Ευρώπη ούτε για την Ελλάδα. Όσοι απολαμβάνουν το ευρωπαϊκό κεκτημένο χωρίς ανάλογη συνεισφορά στα βάρη που αυτό συνεπάγεται –ασχέτως υπαιτιότητας–, αυτοί βρίσκονται και στον μεγαλύτερο κίνδυνο. Τα λιοντάρια βάζουν την αγέλη να τρέξει και αλίμονο σε όσους μείνουν πίσω.

Μήπως έχει γίνει κάποιο λάθος από τις πολιτικές δυνάμεις που αντιμάχονται τον λαϊκισμό;

Σειρά λαθών, ορισμένων κραυγαλέων, από τα πολιτικά κόμματα και τους φορείς δυτικού προσανατολισμού. Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι οι λαοί της Ευρώπης –τελικά και της Αμερικής– δεν έχουν καμία πίστη ότι το μέλλον θα είναι καλύτερο. Αντίθετα, η απελπισία και η οργή αυξάνονται συνεχώς. Η υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου, η φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, το έλλειμμα δημοκρατίας και λογοδοσίας, κυρίως η αίσθηση αποκλεισμού του πολίτη από τα κέντρα λήψης αποφάσεων που αφορούν τη ζωή του, δεν είναι λάθη κάποιου εθνικιστή ακροδεξιού strongman. Είναι φυσικά επακόλουθα μιας ελλειμματικής μονοδιάστατης πολιτικής των δυτικών δημοκρατικών κομμάτων.

Όσα βλέπουμε στην Ευρώπη με την άνοδο των ευρωσκεπτικιστών, των ακροδεξιών ξενοφοβικών κομμάτων, με το Brexit, με το αποτέλεσμα των εκλογών των ΗΠΑ, είναι το επακόλουθο μιας αυτιστικής συμπεριφοράς της πολιτικής ελίτ που έμοιαζε να μην την αγγίζει το κοινό αίσθημα. Για τις σημερινές πολιτικές ηγεσίες και τα ευρωπαϊκά κόμματα έχει σημάνει ο ήχος του συναγερμού. Η μάχη της Ευρώπης είναι σήμερα, γιατί αύριο μπορεί να είναι πολύ αργά.

Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία δείχνει να έχει χάσει εντελώς τον βηματισμό της. Έτσι δεν είναι;

Πιο πολύ μοιάζει να βαδίζει ψηλαφητά, με διστακτικά βήματα, χωρίς σαφή προορισμό. Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία δείχνει αμήχανη να διαχειριστεί τις προκλήσεις των καιρών. Είναι μια μεγάλη συζήτηση αυτή, καθώς όσα συμβαίνουν σήμερα σε ολόκληρο τον πλανήτη, αλλά και στην Ευρώπη, είναι τα αποτελέσματα παλαιότερων επιλογών και σχεδιασμού. Κατά συνέπεια οι ηγεσίες των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων οφείλουν να προβληματιστούν και να μάθουν από την ελλειμματική προσέγγιση του παρελθόντος.

Θέλω να πιστεύω πως το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών θα ταρακουνήσει και θα αφυπνίσει τις δυνάμεις που πιστεύουν στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, ώστε να κινητοποιηθούν και να εργαστούν συντονισμένα, με σοβαρότητα και ταχύτητα μπροστά στον κίνδυνο κατάρρευσης του κοινού ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Να αναμένουμε ενίσχυση του δεξιόστροφου και ακροδεξιού λαϊκισμού στην Ευρώπη;

Με όλο και περισσότερους περιθωριοποιημένους πολίτες και συνεχώς αυξανόμενες ανισότητες, θα έπρεπε να είναι αναμενόμενη η σημερινή κατάσταση, όπως διαμορφώνεται. Από τη Μαρίν Λεπέν μέχρι τον Νάιτζελ Φάρατζ και τον Ντόναλντ Τραμπ, όλα δείχνουν πως οι αποκαρδιωμένοι της Δύσης είναι οι πολλοί και οι ευάλωτοι στον λαϊκισμό της χειρότερης μορφής. Έναν λαϊκισμό που σπέρνει φόβο, προτείνει περιχαράκωση, υψώνει τείχη και θρέφει τον ρατσισμό.

Μετά το αρχικό σοκ –κυρίως για το «φίδι στον κόρφο μας» που ασυλλόγιστα θρέψαμε– οι ευρωπαϊκές προοδευτικές δυνάμεις θα έχουν λόγο ύπαρξης μόνο ξεπερνώντας τα στεγανά των όχι και τόσο στέρεων, όπως αποδείχθηκε, κεκτημένων τους. Τολμώντας τις αναγκαίες ανατροπές που θα προσφέρουν λύσεις και χώρο σε αυτό τον κόσμο που το μοντέλο της παγκοσμιοποίησης έριξε στην αφάνεια. Αν δεν το κάνουν άμεσα, σήμερα, η Ευρώπη των ανοιχτών συνόρων, της έστω κολοβής αλληλεγγύης και συνεργασίας των λαών, απλά δεν θα υπάρχει.

Ήρθε η ώρα να ξανασκεφτούμε από την αρχή την πολιτική, αφού οι πάνω δεν καταλαβαίνουν πια καθόλου τι συμβαίνει κάτω;

Προς το παρόν στην Ευρώπη ροκανίζουμε χρόνο παράτασης. Κάθε λεπτό που οι ηγεσίες αφήνουν να χάνεται μετρώντας τις διαφορές τους, ανταγωνιζόμενοι ποιος θα βγει πιο κερδισμένος σε βάρος του διπλανού του καταλαμβάνοντας καλύτερη στρατηγική θέση στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, η Ενωμένη Ευρώπη γκρεμίζεται μπροστά μας. Και αυτό γιατί αυτή η Ευρώπη σχεδιάστηκε, μελετήθηκε, δημιουργήθηκε από και για την ευημερία των Ευρωπαίων πολιτών.

Όσα μεγάλα λόγια και ευχολόγια κι αν ακούγονται, η πραγματικότητα είναι πως στη μαγεία της αδρεναλίνης του πολιτικού στίβου θυσιάσαμε τον θεμέλιο λίθο. Τον Ευρωπαίο πολίτη. Σε αυτόν χρωστάμε απαντήσεις που θα ανταποκρίνονται στα σύγχρονα αιτήματά του. Κι αυτό προϋποθέτει να ξανασκεφτούμε από την αρχή την πολιτική.

Μπορείτε να διαβάσετε τη συνέντευξη και εδώ.