Εισήγηση της Χαρά Κεφαλίδου, βουλευτού Δράμας και υπεύθυνης Τομέα Παιδείας και Θρησκευμάτων του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής στην Επιστημονική Διημερίδα του Πανελλήνιου Θεολογικού Συνδέσμου «ΚΑΙΡΟΣ» για το μάθημα των Θρησκευτικών, στις 28 Ιανουαρίου 2023, στο Αμφιθέατρο «Αντώνης Τρίτσης» του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων, με θέμα: «Ταυτότητα και ετερότητα στο δημόσιο σχολείο. Το μάθημα των Θρησκευτικών σήμερα», sth Γ ́ Θεματική Τράπεζα λόγου, με θέμα «Προοπτικές για ένα σύγχρονο μάθημα των Θρησκευτικών»
Ακολουθεί ολόκληρη η εισήγηση:
Καλησπέρα και καλή χρονιά σε όλους,
Το μάθημα των Θρησκευτικών στα ελληνικά σχολεία είναι από τα ζητήματα που μπορεί να μην γίνονται εύκολα πρωτοσέλιδα στον Τύπο και τα ΜΜΕ, όμως απασχολούν για χρόνια και όχι άδικα- ιδιαίτερα μετά τις αντιπαραθέσεις των τελευταίων ετών- την επιστημονική θεολογική κοινότητα, την εκπαιδευτική κοινότητα, σε όλες τις βαθμίδες και την ίδια την ελληνική κοινωνία.
Μετά τις πρόσφατες Αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και εν όψει της εφαρμογής νέων Προγραμμάτων Σπουδών, το μάθημα των Θρησκευτικών και η επιλογή του τρόπου διδασκαλίας του στο σχολείο είναι ένα πολύπλευρο, ακανθώδες, κοινωνικά ευαίσθητο θέμα, που η πολιτεία καλείται να δώσει νέες κατευθύνσεις και να ανασχεδιάσει -γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για το ελληνικό σχολείο, τα Θρησκευτικά είναι πρωτίστως Μάθημα- λαμβάνοντας υπόψιν τις παρατηρήσεις των σχετικών δικαστικών αποφάσεων του ΣτΕ, την επιστήμη, τις θέσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως επικρατούσης, τις συνταγματικές προβλέψεις, κυρίως όμως την ελληνική πραγματικότητα, σε ένα περιβάλλον ρευστότητας και ραγδαίων αλλαγών παγκοσμίως.
Ξεκινώντας από τις αποφάσεις του ΣτΕ, πέρα του τυπικού ελλείμματος, που διαπιστώθηκε στην πιο πρόσφατη απόφαση της ολομέλειας του ΣτΕ (1478/2022) και προχώρησε στην ακύρωση της Κοινής Υπουργικής Απόφασης, με την οποία ρυθμίζεται η απαλλαγή των μαθητών/μαθητριών από το μάθημα των Θρησκευτικών, η ίδια αυτή απόφαση ήρθε, σε συνέχεια προηγούμενων αποφάσεων του ίδιου Δικαστηρίου και (όπως οι προηγούμενες) κάνει ρητά λόγο για την άμεση και ουσιαστική ανάγκη εισαγωγής νέου και ισότιμου μαθήματος για τους μαθητές που απαλλάσσονται από το μάθημα των Θρησκευτικών (ΜτΘ).
Η απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών για λόγους θρησκευτικής συνείδησης σε συνδυασμό με την πρόσφατη απόφαση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, που ορίζει ότι για την απαλλαγή από την υποχρέωση παρακολούθησης του µαθήµατος των Θρησκευτικών αρκεί η δήλωση, ότι λόγοι συνείδησης δεν επιτρέπουν τη συµµετοχή του µαθητή στο µάθηµα των Θρησκευτικών καθώς και της απαγόρευσης τήρησης αρχείων δεδοµένων που αποκαλύπτουν θρησκευτικές πεποιθήσεις, καθιστά ουσιαστικά το μάθημα των θρησκευτικών προαιρετικό.
Στο πλαίσιο αυτό, στόχος της παρούσας συζήτησης είναι η ανάδειξη της όλης προβληματικής, που έχει προκύψει εδώ και χρόνια στον ελληνικό εκπαιδευτικό χώρο, αναφορικά με την προσέγγιση του ΜτΘ και της διδασκαλίας του. Οι σχετικές επιχειρηματολογίες, που έχουν αναπτυχθεί με αντικρουόμενες θέσεις μεταξύ των υποστηρικτών του ομολογιακού χαρακτήρα του ΜτΘ και εκείνης του θρησκειολογικού χαρακτήρα, μεταξύ άλλων, καταδεικνύουν και την έντονη μεταβλητότητα της εποχής μας, την οποία δεν μπορούμε και δεν δικαιούμεθα να αγνοούμε ή να περιφρονούμε.
• Μπορεί το ΜτΘ διαχρονικά να αποτέλεσε βασικό μάθημα, η σημασία του οποίου συνδέθηκε με ιδεολογικούς στόχους και παραμέτρους, επί των οποίων δομήθηκε η ελληνική Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, ήδη από τις αρχές του ελληνικού κράτους.
• Μπορεί η υιοθέτηση και εκπαίδευση σε μια κοσμοθεωρία συνύφανσης της ιδέας του Ελληνισμού και της εθνικής συνείδησης με το θρησκευτικό στοιχείο και την πολιτιστική ταυτότητα της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης να υπήρξαν εξαιρετικό υπόβαθρο και πολύτιμη πηγή για τη διατήρηση της συνεκτικότητας της ελληνικής κοινωνίας, τόσο στον 19ο όσο και σε μεγάλο μέρος του 20ου αιώνα.
Όμως στο σύγχρονο περιβάλλον όπου στην ελληνική εκπαιδευτική διαδικασία συμμετέχουν πολλοί μαθητές μη ελληνικής καταγωγής, η διάσταση του διαχρονικού ομολογιακού προσανατολισμού του ΜτΘ στην ελληνική εκπαίδευση αμφισβητείται και δέχεται ισχυρή κριτική. Στις περιπτώσεις των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, όπου ελέγχεται ο ομολογιακός προσανατολισμός του ΜτΘ, έχει προταθεί η θρησκειολογική προσέγγιση του μαθήματος, αν και γι’ αυτήν υπάρχουν όπως είδαμε και όπως αποδεικνύει το σκεπτικό των σχετικών δικαστικών αποφάσεων, σοβαρές αντιρρήσεις.
Η εφαρμογή της θρησκειολογικής προσέγγισης που προτιμήθηκε στα Προγράμματα Σπουδών (2011, 2014, 2016, 2017), επιχειρεί την ανάδειξη της αξίας του διαλόγου, της θρησκευτικής, αλλά και όχι μόνο ελευθερίας, της δημοκρατίας, του αλληλοσεβασμού.
Παρ όλα αυτά, δεν μπορούμε να αρνηθούμε την ενυπάρχουσα νοοτροπία αναφορικά με το ΜτΘ, που ανέκαθεν συνδέθηκε με τη συλλογιστική, πως η έννοια περί θρησκείας στην Ελλάδα είναι απαρέγκλιτα συνυφασμένη μόνο με την Ορθοδοξία. Τα προγράμματα σπουδών του 2011, 2014, 2016, 2017 μάλλον υποτίμησαν αυτή την δύναμη της παγιωμένης αντίληψης στην ελληνική πραγματικότητα.
Είναι χαρακτηριστικό το υπόμνημα που κατατέθηκε από τον Σύνδεσμο Θεολόγων Μακεδονίας – Θράκης, σχετικά με τα νέα ΠΣ του ΜτΘ, στο οποίο τονιζόταν ότι μέσω αυτών των νέων ΠΣ επιχειρούνταν στην ουσία αλλοίωση του ορθόδοξου φρονήματος των ορθοδόξων μαθητών. Και αυτό, καθώς θεωρήθηκε πως αφαιρούνταν βασικές ορθόδοξες διδασκαλίες από την Αγία Γραφή, την Εκκλησιαστική Ιστορία και τους Πατέρες της Εκκλησίας, τη στιγμή που προβάλλονταν οι διδασκαλίες άλλων θρησκευμάτων ή άλλων χριστιανικών ομολογιών (Σύνδεσμος Θεολόγων Μακεδονίας – Θράκης, 2012)
Είναι κρίσιμο να έχουμε στο νου μας, σε κάθε τέτοια συζήτηση, ότι το ΜτΘ είναι ενταγμένο στην παρεχόμενη από την πολιτεία δημόσια εκπαίδευση, όπως το ορίζει το Σύνταγμα και η σχετική νομοθεσία, με στόχο να γνωρίσουν οι μαθητές, τόσο τον Χριστιανισμό – με έμφαση την Ορθοδοξία – όσο και τις άλλες θρησκείες. Το τελευταίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι μαθητές του ελληνικού σχολείου ζουν σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία, όπου χρειάζονται οι ανάλογες κοινωνικοεκπαιδευτικές προσαρμογές.
Από το σημείο αυτό εγείρονται οι ενστάσεις σχετικά με το εάν το ΜτΘ στην Γενική Εκπαίδευση θα πρέπει να έχει έναν ομολογιακό ή έναν θρησκειολογικό χαρακτήρα.
Η ένταση αναζωπυρώθηκε μετά την απόφαση του ΣτΕ, σύμφωνα με την οποία τα θρησκευτικά πρέπει να «αποβλέπουν στην ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των ορθόδοξων μαθητών». Με την ίδια απόφαση το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι η ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία ο Διευθυντής ή η Διευθύντρια της σχολικής μονάδας, σε συνεργασία με τον Σύλλογο των διδασκόντων αποφασίζουν κατά περίπτωση για τον τρόπο που απασχολούνται υποχρεωτικά οι απαλλασσόμενοι/ες μαθητές/τριες), είναι συνταγματικώς ανεκτή, αλλά μόνο ως μεταβατική, μέχρι την οριστική ρύθμιση του θέματος εντός εύλογου χρόνου, που προσδιορίζεται έως το τέλος του σχολικού έτους 2022-2023.
Ουσιαστικά το ανώτατο δικαστήριο, κατευθύνει και υποχρεώνει την Πολιτεία, η οποία καλείται για πρώτη φορά να ρυθμίσει το ζήτημα της θέσπισης και οργάνωσης ενός ισότιμου μαθήματος συναφούς περιεχομένου για τους μαθητές που απαλλάσσονται από το μάθημα των θρησκευτικών, σύμφωνα με την ερμηνεία των συνταγματικών και υπερνομοθετικών διατάξεων της ΕΣΔΑ. Ενώ την ίδια ώρα τείνει να καθορίζει την ταυτότητα του ΜτΘ σε καθαρά ομολογιακού χαρακτήρα μάθημα.
Ο ομολογιακός χαρακτήρας του ΜτΘ φαίνεται να συνιστά ένα υπαρκτό και σοβαρό ζήτημα, αν αναλογιστεί κανείς ότι στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο, πέραν των καθαρά ελληνικής καταγωγής παιδιών, πλέον φοιτά και ένας αριθμός μαθητών προερχόμενων από διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα και θρησκειακά υπόβαθρα.
Οι διατάξεις των συνταγματικών προβλέψεων (άρθρο 3 και άρθρο 16) σαφώς δίνουν προτεραιότητα στην επαφή και γνωριμία, μέσω και της εκπαιδευτικής διαδικασίας, με την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση. Την ίδια στιγμή ωστόσο, μπορούμε να αντιληφθούμε ότι το άρθρο 13, κάνει λόγο για την ελευθερία ως προς τη θρησκευτική συνείδηση του κάθε ατόμου. Τονίζεται, συγκεκριμένα, ότι: «Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη».
Εφαρμόζοντας, εξάλλου, τη συνταγματική επιταγή, το περιεχόμενο της θρησκευτικής αγωγής στο πλαίσιο της δημόσιας εκπαίδευσης έχει ως προσανατολισμό τη γνώση γύρω από την πίστη, την παράδοση, τη ζωή και την ιστορία γύρω από την Ορθοδοξία. Ταυτόχρονα, όμως στόχο αποτελεί η γνωριμία του μαθητή με το σύνολο των ιδεών και απόψεων και των άλλων χριστιανικών ομολογιών και θρησκειών (Γιαγκάζογλου, 2007α) κι εδώ ανοίγει τη συζήτηση για τη σημασία, τον ρόλο και τη χρησιμότητα του θρησκειολογικού χαρακτήρα του ΜτΘ, όπου σκοπός είναι περισσότερο η προβολή του πολιτιστικού χαρακτήρα του μαθήματος.
Με βάση αυτή τη θρησκειολογική προσέγγιση, το ΜτΘ επιπρόσθετα αναφέρεται στην προσπάθεια να εξυπηρετηθούν ιδέες και αξίες, που έχουν έναν ευρύτερο και καθολικό, διαθρησκειακό χαρακτήρα όπως ο αλληλοσεβασμός, η ανεκτικότητα, η διαυγής εικόνα της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας, η συνύπαρξη διαφορετικών πολιτισμών και πολλές φορές και διαφορετικά θρησκευτικά περιβάλλοντα.
Τα προγράμματα Σπουδών, με πρώτο αυτό της Άννας Διαμαντοπούλου το 2011, αλλά και των 2014, 2016, 2017 του ΜτΘ, όπως είχαν διαμορφωθεί, είναι σαφές πως έδωσαν μεγαλύτερη βαρύτητα στη θρησκειολογική προσέγγιση του μαθήματος, βασιζόμενα στις από μεγάλη μερίδα ειδικών, πανεπιστημιακών καθηγητών από τις θεολογικές σχολές, που τονίζουν την ανάγκη ανοίγματος του ΜτΘ και σε άλλες θρησκευτικές παραδόσεις και κοσμοθεωρίες, πέραν της Ορθόδοξης Παράδοσης, τονίζοντας τον συλλογισμό ότι μέσω των διαφόρων θρησκειολογικών αναφορών γίνεται εφικτή η δημιουργία ενός πιο ευέλικτου και ανοικτού ΠΣ, εμπλουτισμένου με μαθήματα κοινωνικής ηθικής ή ιστορίας των Θρησκευμάτων, δίνοντας την δυνατότητα άνετης παρακολούθησης από όλους τους μαθητές, ανεξάρτητα από το πολιτιστικό ή θρησκευτικό περιβάλλον από το οποίο προέρχονται.
Σε αντίθεση με ότι υποστηρίζουν οι θιασώτες του ομολογιακού χαρακτήρα του ΜτΘ, αυτό δεν είναι ένα κλειστό μάθημα στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού συστήματος, αλλά ότι μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο εργαλείο της εκπαίδευσης και προώθησης του ανοικτού πνεύματος, του σεβασμού της θρησκευτικής ετερότητας, του αλληλοσεβασμού, του διαλόγου, της ελευθερίας και της ειρηνικής συνύπαρξης όχι ως αόριστες θεωρητικές έννοιες, αλλά ακολουθούμενες αρχές και της ίδιας της Ορθόδοξης Παράδοσης.
Η λύση που προσεφέραν τελικά οι σχετικές αποφάσεις του ΣτΕ με την διατήρηση ενός κατά βάση ομολογιακού χαρακτήρα ΜτΘ και παράλληλα της υποχρέωσης εισαγωγής στο πρόγραμμα Σπουδών ενός παράλληλου ίσης αξίας μαθήματος, για όσους μαθητές απαλλάσσονται από το ΜτΘ, ουσιαστικά αποτελεί μια λύση Πόντιου Πιλάτου, στην προσπάθεια να συγκεράσει δύο χρόνιες αντίπαλες αντιλήψεις.
Είναι προφανές, ότι δεν υπάρχει ακόμη στην ελληνική κοινωνία το αναγκαίο επίπεδο σύμπνοιας για μια άλλη νεωτερική θεώρηση του ΜτΘ προσανατολισμένη περισσότερο στις πανανθρώπινες αξίες που ούτως ή άλλως υπηρετεί σταθερά η Ορθόδοξη Πίστη και πως έχουμε μακρύ δρόμο να διανύσουμε.
Μέχρι τότε, η δυνατότητα που προσφέρεται στην ελληνική εκπαίδευση, βρίσκεται και είναι πολύτιμη, στα πλαίσια του ισάξιου μαθήματος “συναφούς περιεχομένου”, που σημαίνει, δημιουργία ενός μαθήματος, για παράδειγμα ηθικής φιλοσοφίας, με την διδασκαλία των συστημάτων σκέψης των σημαντικότερων φιλοσόφων. Ένα τέτοιο μάθημα, ισότιμο και συναφούς αντίληψης, μπορεί να προσφέρει πέρα από την εκπαίδευση των μαθητών στις αναγκαίες ηθικές άξιες για αρμονική συνύπαρξη και ένταξη στο κοινωνικό σύνολο, τον αναγκαίο χρόνο που χρειάζεται η ελληνική κοινωνία να αφήσει πίσω της τα φοβικά συναισθήματα απώλειας της θρησκευτικής και εθνικής ταυτότητας, έκφανση του οποίου είναι το πάθος και η επιμονή στην παραδοσιακή διδασκαλία του ΜτΘ ως μαθήματος, κατά βάση ομολογιακού χαρακτήρα.
Σε αυτό το σημείο δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ: Τι έχει κάνει η Πολιτεία- η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ από το 2017 και από το 2019 που ανέλαβε η νέα ηγεσία της υπουργού κας Κεραμέως γι’ αυτή την υπόθεση που εκτυλίσσεται σε συνέχειες και ήταν γνωστή; Η πρόσφατη απόφαση δεν υπήρξε κεραυνός εν αιθρία για κανέναν. Απλώς σήμερα βρισκόμαστε στο παρά πέντε της υποχρέωσης της πολιτείας να την εφαρμόσει, εξασφαλίζοντας την παροχή ισότιμου μαθήματος για τους μαθητές που επέλεξαν να απαλλαγούν από το μάθημα των θρησκευτικών.
Δείτε το σχετικό βίντεο εδώ.