Η Χαρά Κεφαλίδου για το νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο
Ομιλία στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων (βίντεο)

Ομιλία Χαράς Κεφαλίδου, βουλευτού Δράμας του Κινημάτος Αλλαγής, στην κοινή συνεδρίαση της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, με θέμα ημερήσιας διάταξης: «Συζήτηση σχετικά με το νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο».

“Να καλωσορίσω και εγώ τον Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τον κύριο Σχοινά, στην Επιτροπή μας. Είναι χαρά κάθε φορά που ακούμε τις εισηγήσεις του. Το μεταναστευτικό θέμα οι Έλληνες και η Ελλάδα το έχουμε ζήσει και από τις δύο πλευρές και φυσικά είναι και περίπλοκο και σύνθετο και διαρκώς εντεινόμενο και αφορά τόσο την ασφάλεια των ανθρώπων που θέλουν διεθνή προστασία και καλύτερες

συνθήκες ζωής, αλλά υπάρχει και η ανησυχία, από την άλλη, των χωρών που είναι έχουν εξωτερικά σύνορα, όπως τυχαίνει να είναι και η χώρα μας. Αυτές οι χώρες αντιμετωπίζουν τον διαρκή κίνδυνο οι μεταναστευτικές πιέσεις να υπερβούν ικανότητες διαχείρισης που μπορεί να έχει μια χώρα. Φυσικά υπάρχει και η ανησυχία των άλλων κρατών – μελών, που θεωρούν ότι εάν οι χώρες που είναι σύνορα δεν μπορέσουν να τηρήσουν τις απαιτούμενες διαδικασίες, τότε θα αναγκαστούν αυτοί να επωμιστούν ένα πολύ μεγάλο μέρος από αυτές τις μεταναστευτικές ροές. Υπάρχει το ερώτημα αν τα εθνικά τους συστήματα ασύλου, ένταξης και επιστροφής θα είναι σε θέση να διαχειριστούν όλον αυτόν τον όγκο.

Το μεγάλο θέμα είναι ότι εδώ και χρόνια η Ελλάδα δέχεται ασύμμετρη πίεση μεταναστευτικών ροών και η αλληλεγγύη από τα υπόλοιπα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η ελάχιστη προϋπόθεση και η από κοινού αντιμετώπιση των μεγάλων ζητημάτων που διαρκώς ανακύπτουν. Είναι μία απλώς στοιχειώδης συνθήκη. Ζητάμε, λοιπόν, από δω και ύστερα ό,τι έρθει, ό,τι αποφασίσουμε, να δώσει βιώσιμη και μακροπρόθεσμη λύση. Αυτό είναι η απαίτηση όλων όσων ασχολούνται με αυτό το μεγάλο θέμα. Επειδή η εμπειρία που είχαμε πριν από 5 χρόνια, με την κρίση του 2015, υποτίθεται ότι έρχεται να αμβλυνθεί και να δώσει κάποιες νέες λύσεις αυτό το ευρωπαϊκό σύμφωνο για τη μετανάστευση, που οποίο προβλέπει ότι οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν θα θέλουν να περνούν αιτούντες ασύλου αν έχουμε αύξηση μεταναστευτικών ροών, πρέπει κατ’ ελάχιστο να συμμετέχουν στις επιστροφές. Αυτό όλο μένει να φανεί στην πράξη.

Όπως, επίσης, είδαμε μέχρι σήμερα ότι ο κανονισμός του Δουβλίνου που ήταν πυλώνας του συστήματος ασύλου στην Ευρώπη δεν έχει σταματήσει να τροφοδοτεί με εντάσεις και πιέσεις και τις 27 χώρες, επειδή υπάρχει πολύ μεγάλο βάρος που έχει εναποτεθεί, λόγω της γεωγραφικής θέσης στις χώρες που είναι πρώτη γραμμή άφιξης, την Ελλάδα και την Ιταλία.

Επομένως, το να υπάρξει αντικατάσταση αυτού του Κανονισμού, ο οποίος, έκανε και ένα καλό, αποκάλυψε τις μεγάλες ανισότητες που υπάρχουν μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και δείχνει ότι υπάρχει πια ένας αποκλεισμός των προσφύγων στις χώρες που είναι σύνορο είναι πλέον αδήριτη ανάγκη να αντικατασταθεί. Τι ζούμε μέχρι σήμερα; Έναν εγκλωβισμό προσφύγων και μεταναστών, οι οποίοι, διαμένουν σε κλειστές και ελεγχόμενες δομές που όλο αυτό είναι μία πρόχειρη και βραχύβια λύση, γιατί πιέζει τα κράτη – μέλη που αποτελούν τα εξωτερικά σύνορα, δεν δίνει καμία προοπτική και θέλω να αναφερθώ σε ένα παράδειγμα που το ζω και το ξέρω καλά.

Είναι στον νομό Δράμας τα δύο κέντρα που έχουμε. Το ένα είναι Κέντρο Φιλοξενίας Προσφύγων και το άλλο είναι ένα ΠΡΟΚΕΚΑ, όπου φιλοξενούνται μετανάστες από το Μπαγκλαντές, την Ινδία, το Πακιστάν και άλλες χώρες. Σε αυτή τη δομή υπάρχουν 550 άτομα που φιλοξενούνται. Ο αριθμός δεν αυξομειώνεται. Θέλω να σας πω ότι αυτός ο αριθμός ξεπερνά κατά πολύ τους μόνιμους κατοίκους αυτής της, έτσι κι αλλιώς αραιοκατοικημένης περιοχής, που έχει και ηλικιωμένο και γερασμένο πληθυσμό. Μέχρι τώρα, ότι προσπάθειες έγιναν, γιατί εκεί γίνεται ουσιαστικά ταυτοποίηση στοιχείων και επαναπροώθηση. Η Τουρκία είναι ανένδοτη. Μέχρι σήμερα δεν έχει αποδεχτεί καμία από τις προσπάθειες που γίνονται. Πολύ περισσότερο μετά την ένταση που υπάρχει στις σχέσεις μας.
Οι διαμαρτυρίες, λοιπόν, αυτών των ανθρώπων που έχουν ξεπεράσει το 18μηνο της κράτησης και δεν έχουν αφεθεί ελεύθεροι είναι πολλές. Οι παραβατικές συμπεριφορές, επίσης πολλές και τελευταία, μαθαίνουμε ότι θα αυξηθεί ο αριθμός των εργαζομένων που πρακτικά αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ετοιμαστούμε να υποδεχτούμε και άλλον αριθμό φιλοξενούμενων σε αυτές τις δομές.

Με αφορμή το Παρανέστι, σας ρωτώ: Τι θα γίνει σε δομές, όπου ο αριθμός των φιλοξενούμενων ξεπερνά κατά πολύ τον αριθμό των μονίμων κατοίκων; Αυτοί είναι υποχρεωμένοι να συνεχίσουν να δέχονται σε αυτές τις δομές μετανάστες; Το άλλο ερώτημα: Εάν μια χώρα υπόκειται σε μεταναστευτική πίεση και εκτιμά ότι δε μπορεί πλέον να αναλάβει ευθύνη μεταναστών, μπορεί να ζητήσει ενεργοποίηση ενός υποχρεωτικού μηχανισμού αλληλεγγύης; Εάν έχουμε κρίση, όπως αυτή του 2015 με ένα εκατομμύριο πρόσφυγες στην Ευρώπη, τι γίνεται αν μια χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν καταφέρει να στείλει μετανάστες στις χώρες προέλευσής τους μέσα σε οκτώ μήνες; Ποια θα είναι η επιλογή τους; Οφείλει να τους υποδεχθεί έτσι κι αλλιώς;

Είναι προφανές ότι προσπαθούμε να επικεντρωθούμε στο να έχουμε περισσότερες επιστροφές παράτυπων μεταναστών στις χώρες προέλευσής τους. Πώς μπορεί να υπάρξει αυξημένη αποτελεσματικότητα στις επιστροφές; Σε αυτά τα ερωτήματα η Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι σήμερα δεν έχει δώσει πειστικές απαντήσεις, παρόλο που έχουν υπογραφεί 24 Συμφωνίες Επανεισδοχής. Πενιχρότατα τα αποτελέσματα. Αν κάτι πρέπει να μας μείνει, πέρα από τα εύηχα λόγια της κυρίας Φον ντερ Λάιεν και πέρα από τις προσπάθειες που βάζει αυτό το νέο Σύμφωνο, το μήνυμα είναι ότι η μετανάστευση αποτελεί ένα παγκόσμιο φαινόμενο, στο οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να ανταποκριθεί με βάση τις θεμελιώδεις αξίες της, ξεκινώντας, όμως, από το εσωτερικό της. Δείχνοντας την εσωτερική αλληλεγγύη που πρέπει να υπάρχει ανάμεσα στα κράτη – μέλη και ουσιαστικά, αξιοποιώντας τα του οίκου της.

Ευχαριστώ”.

Δείτε το σχετικό βίντεο εδώ: