Ομιλία Χαράς Κεφαλίδου, βουλευτού Δράμας και υπεύθυνη Τομέα Παιδείας και Θρησκευμάτων του Κινήματος Αλλαγής, στην 4η συνεδρίαση της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, κατά τη β’ ανάγνωση του σ/ν Υπ. Παιδείας και Θρησκευμάτων «Εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας, αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις».
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία:
«Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κύριοι Υπουργοί,
κατά την προχθεσινή συζήτηση επί των άρθρων, είχα δεσμευτεί ότι σήμερα θα ολοκληρώσω την τοποθέτησή μου, με το Γ΄ μέρος που αφορά το πειθαρχικό δίκαιο των ΑΕΙ, πριν από την συνολική τοποθέτηση για το νομοσχέδιο. Για να υπάρχει λοιπόν, ένα σαφές πλαίσιο πειθαρχικού των ΑΕΙ στους εσωτερικούς κανονισμούς, χρειάζεται να προηγηθεί χρειάζεται να προβλέπεται, ένα σαφές νομοθετικό πλαίσιο. Το παρόν νομοσχέδιο, το προσπαθεί.
Δεν είμαι νομικός και προσπαθώντας να καταλάβω, μιλώντας με ανθρώπους οι οποίοι έχουν μια εμπειρία, θεωρώ ότι αυτό το οποίο έχουμε σήμερα στα χέρια μας, χρειάζεται να συμπληρωθεί. Η καταγραφή των αδικημάτων, των παραπτωμάτων των πειθαρχικών, θα πρέπει να περιλαμβάνεται σε ένα νομοθέτημα περιοριστικά. Δεν μπορεί το κάθε πανεπιστήμιο να διαλέξει τι θέλει, π.χ. να βάλει στο πειθαρχικό και την σεξουαλική παρενόχληση. Αυτό ορίζεται με έναν νόμο.
Υπάρχει ήδη το προεδρικό διάταγμα 160 του 2008 επί υπουργίας της κυρίας Γιαννάκου όπως ισχύει σήμερα, όπου θέτει ένα πλαίσιο, έναν πρότυπο κανονισμό για τα ΑΕΙ, που μπορεί να ακολουθηθεί ως σχέδιο. Χρειαζόμαστε να είναι όσο το δυνατόν πιο γενικό, να ισχύει για όλα τα ΑΕΙ και αυτό θα αφορά και θα εφαρμόζεται από το σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας, δηλαδή, από τους φοιτητές, τους μεταπτυχιακούς, το ερευνητικό προσωπικό, τα μέλη ΔΕΠ, το διοικητικό προσωπικό των ΑΕΙ.
Η ακαδημαϊκή κοινότητα ορίζει τους κανόνες με τους οποίους συμβιώνει, αλλά χρειάζεται και ένα πλαίσιο μίνιμουμ εγγυήσεων. Είναι προφανές και αναφέρθηκε τόσο από τους πρυτάνεις στην ακρόαση των φορέων ότι τα πανεπιστήμια τόσα χρόνια δεν έχουν ασχοληθεί σοβαρά με την εφαρμογή του υπάρχοντος νομικού πλαισίου του πειθαρχικού δικαίου. Τα ίδια, λοιπόν, τα πανεπιστήμια οφείλουν να περιλάβουν πειθαρχικές διατάξεις στους εσωτερικούς κανονισμούς τους, που θα αφορούν όλα τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας και με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουν να λειτουργήσουν όχι αστυνομικά, αλλά προστατευτικά και να ενισχύσουν την ακαδημαϊκή λειτουργία και την ακαδημαϊκή ζωή. Από την άλλη πλευρά, οι ακαδημαϊκοί ζήτησαν να αποδεσμευτεί το ζήτημα του πειθαρχικού κώδικα από το νομοσχέδιο που συζητούμε σήμερα και είναι γεγονός ότι δίνει ένα λάθος στίγμα, όταν συζητιέται μαζί με ζητήματα εισαγωγής στην τριτοβάθμια, φύλαξης ασφαλείας και ανώτατου ορίου φοίτησης.
Προτάθηκε, επίσης, η εισαγωγή πειθαρχικών διατάξεων για τους φοιτητές στον εσωτερικό κανονισμό των ιδρυμάτων και τονίστηκε ότι οι οποίες πειθαρχικές διατάξεις δεν μπορεί να αφορούν πρωταρχικά ή αποκλειστικά το φοιτητικό μόνο σώμα. Πειθαρχικά για μέλη ΔΕΠ υπάρχουν βάσει του π.δ. 160/2008. Το θέμα δεν είναι αν υπάρχουν ή όχι, αλλά το ότι είναι απαρχαιωμένα και πρέπει και αυτά να οργανωθούν.
Διαπίστωσα ότι διορθώσατε το πρόβλημα που υπήρχε στη διαβούλευση ότι αυτός που έκανε τη δίωξη ήταν ο ίδιος με αυτόν που επέβαλλε και τις ποινές. Από τη διαβούλευση στην κατάθεση είδα ότι υπάρχει αυτή η αλλαγή και είναι ορθό.
Συνεπώς, χρειαζόμαστε μία νέα κωδικοποίηση του πειθαρχικού δικαίου με εκσυγχρονισμό των διατάξεων, που θα αφορά όλα τα ΑΕΙ και θα εφαρμόζεται στο σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας. Αυτή η κωδικοποίηση θα πρέπει να περιλαμβάνεται με τη μορφή προτύπου κανονισμού στους εσωτερικούς κανονισμούς του κάθε πανεπιστημίου και αυτό προτείνουμε και εμείς.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στην μέχρι σήμερα συζήτηση στην Επιτροπή μας τις προηγούμενες μέρες έγινε φανερό σε όλους ότι ούτε όλα τα πανεπιστήμια είναι ίδια ούτε έχουν όλα τα ίδια προβλήματα. Κοινός τόπος σε φορείς και κόμματα είναι η αναγνώριση του προβλήματος ύπαρξης περιστατικών βίας και ανομίας σε ορισμένα, κυρίως κεντρικά πανεπιστήμια και πανεπιστημιουπόλεις, ένα φαινόμενο που έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και υπάρχει ανάγκη αντιμετώπισης του, γιατί στοιχειωδώς πρέπει να υπάρχει ασφάλεια κίνησης και λειτουργίας στους χώρους του ΑΕΙ.
Δυστυχώς, εκεί σταματάνε και οι οποίες συγκρίσεις. Στο πρώτο μέρος που ρυθμίζει θέματα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η βασική πρωτοβουλία που παίρνει η Κυβέρνηση είναι η ελάχιστη βάση εισαγωγής. Ας αναρωτηθούμε, όμως: Πρώτα από όλα, γιατί πάει ο κόσμος στο πανεπιστήμιο; Τι περιμένει; Πόσος κόσμος πάει; Τι του προσφέρει το πανεπιστήμιο σε σχέση με αυτά που ονειρεύεται και θέλει; Αν για παράδειγμα υπάρχουν -το είπα και χθες- 25 τμήματα λογιστικής, ποιες επιχειρήσεις θέλουν τόσο κόσμο; Πώς συνδέεται η εκπαίδευση που παρέχουμε με τις ανάγκες της παραγωγής μας και μετά νέα αναπτυξιακά ή παραγωγικά μοντέλα που λέμε ότι θέλουμε; Πώς το κάνουμε αυτό; Έχουμε τέτοιο σχέδιο; Υπάρχει τέτοιος σχεδιασμός ή υπάρχουνε μόνο οι αποσπασματικές ρυθμίσεις που νομοθετούμε κάθε τρεις και πέντε; Χρειάζεται να υπάρξει ένα γενικότερο πλαίσιο ευρύτερης αποδοχής, μια συμφωνία για να σταματήσει το «ράβε-ξήλωνε»;
Μετά τον «ανεμοστρόβιλο» του κυρίου Γαβρόγλου και του ΣΥΡΙΖΑ, χρειάζεται μία σοβαρή αναδιάρθρωση της τριτοβάθμιας και μιας και ξεκίνησα λέγοντας για τους λογιστές, να σας πω να σας πω ότι αν υπάρχουν 25 τμήματα λογιστών, γιατί να μην υπάρχουν βοηθοί λογιστές, που δεν υπάρχει ούτε μία σχολή;
Επίσης, όλο αυτό το οποίο νομοθετηθείτε, φαίνεται ότι είναι σε μία βάση μπακαλίστικη και κρύβει αυτά που θέλει με κουτοπόνηρο τρόπο. Το τοπίο που φτιάχτηκε στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, δεν μπορεί να αφορά μόνο τον αριθμό των εισακτέων και να μην ακουμπά τον αριθμό των τμημάτων.
Εμείς σας λέμε ξεκάθαρα, ότι η δική μας πρόταση είναι και ολοκληρωμένη και εύληπτη και σύγχρονη. Σε βασικές αδρές γραμμές έχει τα εξής σημεία: Θεωρούμε, ότι η βάση εισαγωγής στα ΑΕΙ χωρίς αναβαθμισμένο γενικό και επαγγελματικό λύκειο, απλά δεν νοείται. Προτείνουμε εθνικό απολυτήριο. Τράπεζα θεμάτων και για τα τρία χρόνια του λυκείου και όχι όπως το έχετε κάνει μόνο για την 1η λυκείου και ο βαθμός να είναι για την μετάβαση από την 1η λυκείου στη 2α λυκείου, αλλά η επίδοση που έχουν οι μαθητές σε αυτά τα τρία χρόνια του λυκείου να προσμετράται με ένα ποσοστό στον τελικό βαθμό. Προτείνουμε το σύστημα εισαγωγής να μην εξαρτάται αποκλειστικά από τις στιγμιαίες εξετάσεις που δίνουν τα παιδιά στο τέλος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που ουσιαστικά είναι ένας διαγωνισμός. Με βάση το εθνικό απολυτήριο, θα μπαίνουν στα πανεπιστήμια και τα ΑΕΙ θα είναι αυτά τα οποία θα ορίζουν τα δικά τους κριτήρια, είτε σε επίπεδο σχολών, είτε σε επίπεδο τμημάτων, με τα οποία θα δέχονται τους φοιτητές περιορίζοντας έτσι και τον κρατικό παρεμβατισμό. Και εφόσον μιλάμε για αυτοδιοίκητο, κάθε σχολή ή τμήμα, θα προτείνει ένα – δύο μαθήματα που θεωρεί βασικά για την εισαγωγή σε μία επιστήμη, θα ορίζει τη βαθμολογία που πρέπει να υπάρχει στο εθνικό απολυτήριο του κάθε υποψηφίου, για να μπορέσει να γραφτεί στο τμήμα. Αυτή είναι μία συνολική πρόταση που αφενός στοχεύει στην αναβάθμιση του λυκείου και αφετέρου επιτρέπει στα πανεπιστήμια να επιλέγουν τους φοιτητές που θέλουν και να βελτιώνουν το επίπεδο σπουδών.
Έτσι όπως ορίζεται εσείς την ελάχιστη βάση εισαγωγής, είναι σαν να έχουμε μια λοταρία. Δεν είναι τίποτα σαφές. Είναι ένα έξυπνο τρικ που ποτέ δεν ξέρεις τι αποτέλεσμα θα βγάλει. Μιλάτε για το μέσο όρο και όχι για μία βάση του 10 και παραπλανάτε με την επιχειρηματολογία, ότι μπορώ να βάλω εύκολα ή δύσκολα θέματα κάθε χρονιά και επομένως το 10 από μόνο του δεν λέει κάτι. Εδώ έχουμε μέσο όρο και στα τέσσερα μαθήματα. Θα πάρω παράδειγμα από τη δική μου σχολή μηχανολόγους ηλεκτρολόγους. Έχουμε ένα μάθημα βαρύτητας, τα μαθηματικά, αλλά ο μέσος όρος βγαίνει πριν τη βαρύτητα για τη βαθμολογία. Σ αυτήν την περίπτωση λοιπόν, αντί να συγκρίνουμε εύκολα ή δύσκολα μαθήματα, συγκρίνουμε ένα μάθημα το οποίο μπορεί να μην είναι τα μαθηματικά, μπορεί να είναι η έκθεση. Μπορεί κάποιος να γράψει χάλια στα μαθηματικά, να γράψει 5 και να γράψει πολύ καλά στα άλλα, να γράψει 18 και να περάσει στο μαθηματικό. Να έχεις και έναν άλλον υποψήφιο που θα γράψει πολύ καλά σε όλα τα άλλα και μαθηματικά θα γράψει πάρα πολύ χάλια. Λοιπόν, τι γίνεται; Αυτός που θα γράψει καλά μαθηματικά δεν θα περάσει και αυτός που θα έχει γράψει χάλια μαθηματικά θα περάσει, γιατί σηκώνεται η βαθμολογία του από τον μέσο όρο των υπόλοιπων μαθημάτων.
Πιστέψτε μου, αμφιβάλλω αν θα μακροημερεύσει αυτό το σύστημα. Πάντως για φέτος που ετοιμάζεστε να το εισαγάγετε και το προτείνετε, εγώ θέλω να σας πω να το ξανασκεφτείτε. Γιατί, οι μαθητές της 3ης λυκείου, βιώνουν για 2ο χρόνο όλη αυτή την πρωτόγνωρη εμπειρία της τηλεκπαίδευσης, που ξέρετε πάρα πολύ καλά τα προβλήματα της, ότι δεν είναι τόσο εύκολο για όλους και όσα παιδιά δεν έχουν πρόσβαση σε φροντιστήρια και ιδιωτικά μαθήματα κατ’οίκον, είναι αμφίβολο τι επιδόσεις θα μπορέσουν να έχουν αυτή τη χρονιά. Συν το ψυχολογικό το οποίο δεν ξεπερνιέται με τίποτα.
Διατυπώθηκαν διάφορες απόψεις, ακούστηκαν προτάσεις τόσο από τους φορείς όσο και από εμάς σχετικά με τη μορφή ενίσχυσης της ασφάλειας εντός των ιδρυμάτων και με το χαρακτήρα και τη διοικητική ένταξη του σώματος πανεπιστημιακής φύλαξης, αλλά και για τη διαρκή παρουσία αστυνομικής δύναμης εντός των πανεπιστημίων. Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας παρά το ότι διαφημίστηκε ως νομοσχέδιο κοινής λογικής, τελικά εξελίχθηκε σε μία νομοθετική πρωτοβουλία επικοινωνιακής λογικής και μόνο. Στην πραγματικότητα δεν επιχειρεί να λύσει προβλήματα. Αλλιώς, είναι σίγουρο, ότι θα επεδίωκε και συζήτηση περισσότερη να γίνει και προσπάθεια συγκλίσεων των διαφορετικών απόψεων που έχουν ακουστεί.
Εμείς, ως Κίνημα Αλλαγής, έχουμε μια σταθερή άποψη για τα θέματα της παιδείας. Δεν σταθήκαμε σε στείρα άρνηση, δεν περιμένουμε μέσα από την αντιπαράθεση χωρίς επιχειρήματα και χωρίς ουσία. Οι παρεμβάσεις μας και η πρόταση νόμου την οποία καταθέσαμε, αναγνωρίζει το πρόβλημα ανομίας και βανδαλισμών. Συμφωνεί με την ενίσχυση της φύλαξης στους χώρους του πανεπιστημίου, γιατί έτσι θεωρούμε ότι αποκαθιστά το αίσθημα ασφάλειας για το σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας και συγχρόνως σέβεται την συνταγματικά κατοχυρωμένη αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων, την ακαδημαϊκή κοινότητα και τις επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν. Θέλω να σας πω ότι δεν ήταν λίγες. Εάν παρακολουθήσετε, στην ακρόαση των φορέων, τον τρόπο με τον οποίον τοποθετήθηκαν οι άνθρωποι από τους οποίους ζητάτε να εφαρμόσουν το νομοθέτημα σας, θα καταλάβετε ότι οι αμφιβολίες, οι αντιδράσεις και η αντίθετη άποψη, είναι μάλλον κυρίαρχες.
Κινούμαστε – και καλέσαμε εσάς και το Υπουργείο Παιδείας να κινηθεί στην ίδια κατεύθυνση – σε ένα πλαίσιο λογικής, χωρίς αχρείαστες ακρότητες που μόνο ένταση και αναζωπύρωση φαινομένων βίας θα φέρουν στα πανεπιστήμια. Και σας προειδοποιούμε γι’ αυτό. Εσείς επιμένετε στο δικό σας προσωπικό αλάθητο και δεν κάνετε κανέναν απολύτως διάλογο. Αυτές τις μέρες στην Επιτροπή μας εξαντληθήκαμε σε παράλληλους μονολόγους.
Ενώ πραγματικά πιστεύω ότι υπάρχουν δυνατότητες και σημεία στα οποία μπορούμε να έχουμε και συναινέσεις και συγκλίσεις. Θα σας πω ένα παράδειγμα. Πειθαρχικό δίκαιο. Φύλαξη στα ΑΕΙ. Επιτέλους αυτή η εμμονή της διαρκούς παρουσίας της Αστυνομίας είναι κάτι το οποίο θεωρώ πραγματικά ότι θα ψηφιστεί, αλλά δεν πρόκειται να υλοποιηθεί. Απλά θα προσλάβετε χίλιους αστυνομικούς για την ακρίβεια ειδικούς φρουρούς, οι οποίοι σημαίνει ότι δεν θα έχουμε καμία από την εκπαίδευση που έχουν οι άνθρωποι οι οποίοι μπαίνουν με πανελλήνιες εξετάσεις και περνούν 3 χρόνια στις σχολές της Αστυνομίας, δεν θα έχουν καμία ανακριτική δυνατότητα, καμία δυνατότητα αποτροπής. Άρα, τη διαφορά έχει ο ειδικός φρουρός από τη φύλαξη; Ξέρετε ποια είναι η διαφορά; Ότι η φύλαξη θα βαρύνει τα πανεπιστήμια, θα βαρύνει τους ΕΛΚΕ. Άρα, κάνετε και ένα επιπλέον κακό. Μειώνετε τη δυνατότητα των πανεπιστημίων στην έρευνα και τη δυνατότητα να καινοτομήσουν και να μπούνε σ’ αυτό που λέμε όλη εξωστρέφεια και ανταγωνιστικότητα.
Προτεραιότητά σας, λοιπόν, απ’ ότι φαίνεται είναι τα βραχυπρόθεσμα επικοινωνιακά οφέλη. Και μέχρι εκεί. Εδώ ο ίδιος ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη παραδέχεται ότι δεν είναι μεταρρύθμιση η εγκατάσταση της αστυνομίας μέσα στα πανεπιστήμια και ότι αποτελεί έσχατη λύση. Έτσι τη χαρακτήρισε. Εσείς, επιμένετε ακόμη στην εμβληματικότητα των προτεινόμενων ρυθμίσεων σας; Επίσης, ο Υφυπουργός σας, ο κύριος Συρίγος, όπως και πανεπιστημιακοί φορείς, έμπειροι δάσκαλοι πανεπιστημιακοί, έχουν πολύ μεγάλα ερωτηματικά για τα περιφερειακά πανεπιστήμια και για τη βιωσιμότητά τους ενόψει της άμεσης εφαρμογής της ελάχιστης βάση εισαγωγής που προτείνετε, χωρίς να έχετε όμως προηγουμένως διαμορφώσει ένα συνολικό σχέδιο για το πόσα πανεπιστήμια, ποιες σχολές, θα πρέπει να συνεχίσουν να λειτουργούν μέσα σε ένα σύστημα αξιολόγησης και σύνδεσης με έναν αναπτυξιακό σχεδιασμό.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν είναι κοινή λογική να φτάνεις εξαρχής στο έσχατο μέτρο αμφίβολης συνταγματικότητας, να φτιάχνεις ειδική αστυνομία πανεπιστημίων κάτι που δεν υπάρχει σε κανένα ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο. Ούτε είναι μεταρρύθμιση να επαναφέρεις το ν+2 και να βάζεις νομοθετικό όριο διαγραφής ουσιαστικά στο χρόνο που αποφοιτούν κατά μέσο όρο οι φοιτητές που απασχολούνται σοβαρά με τις σπουδές τους. Ούτε είναι μεταρρύθμιση να μειώνεις τους εισακτέους με βάση τις προτιμήσεις των υποψηφίων και όχι με βάση ένα εθνικό σχέδιο και τις δυνατότητες των ιδρυμάτων. Πού είναι το περίφημο πανεπιστημιακό κριτήριο; Που είναι αυτός ο ποιοτικός δείκτης για τον οποίον εσείς μιλάτε; Επομένως, δεν είναι νομοσχέδιο κοινής λογικής. Είναι νομοσχέδιο επικοινωνιακής λογικής και αμφίβολης αποτελεσματικότητας.
Πιστεύουμε ότι τα πανεπιστήμια και η εκπαίδευση για να είναι λειτουργικά, για να είναι παραγωγικά, σύγχρονα και καινοτόμα χρειάζονται έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, θεσμική σταθερότητα, ασφάλεια και κοινούς για όλους κανόνες λειτουργίας και φυσικά ένα μίνιμουμ ευπρεπούς συμπεριφοράς. Αυτό σημαίνει ότι χρειαζόμαστε συναινετικές λύσεις αντί για ρυθμίσεις που αλλάζουν από τη μία κυβέρνηση στην άλλη για να μη σας πω ότι αλλάζουν με τον επόμενο υπουργό της ίδιας κυβέρνησης. Το ζήσαμε στο παρελθόν, δεν έχουμε διδαχτεί τίποτα.
Μέχρι να γίνει, όμως, αυτό θα πηγαίνουμε και θα ερχόμαστε, θα συζητάμε «νομοσχέδια- μπαλώματα», που θα μένουν στις σελίδες των ΦΕΚ ανεφάρμοστοι νόμοι, έως την τροποποίησή τους από τον επόμενο υπουργό.
Στο μεταξύ, θα συνεχίσετε εσείς να μιλάτε για μεγάλες μεταρρυθμίσεις και εμβληματικές πρωτοβουλίες ή για αγώνες κατά της κυβερνητικής αναλγησίας και του σκοτεινού κράτους. Θα γεμίζουμε τηλεοπτικά πάνελ και σελίδες εφημερίδων και ιστοσελίδες του ηλεκτρονικού τύπου, ενώ τα πανεπιστήμια μας, δυστυχώς, θα συνεχίσουν να πορεύονται σε διαφορετικές ταχύτητες, μόνα ανάλογα με τη γεωγραφική τους θέση, την έκτασή τους το θάρρος και την προσωπική τόλμη των δασκάλων τους.
Και, δυστυχώς, κυρία Υπουργέ, δεν υπάρχει πια χρόνος και είναι κρίμα.
Σας ευχαριστώ».
Δείτε το σχετικό βίντεο εδώ: