Το κλειδί βρίσκεται στην επιμόρφωση, στην παιδεία από το σχολείο, από το Δημοτικό μέχρι και το Πανεπιστήμιο
Ομιλία στην Κοινή Επιτροπή Δημ. Διοίκησης, Δημ. Τάξης & Δικαιοσύνης και Ισότητας, Νεολαίας & Δικαιωμάτων του Ανθρώπου με θέμα την Κύρωση της Σύμβασης για τη βία κατά των γυναικών-4η συνεδρίαση (βίντεο)

“Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε, κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχει περάσει μια εβδομάδα μετά την επεισοδιακή συνεδρίαση της Επιτροπής μας, ελπίζω να έχουν ηρεμήσει τα πνεύματα και να καταφέρουμε να κάνουμε σήμερα μια πιο διαφωτιστική και πιο εποικοδομητική συζήτηση στη δεύτερη ανάγνωση.

Ότι συμβολική κίνηση προσπάθησε να κάνει η Κυβέρνηση με αυτό το νομοσχέδιο για την ημέρα της γυναίκας, δεν χρειάζεται να πω τίποτα παραπάνω, διότι φαίνεται από τον τρόπο με τον οποίο κύλησαν οι συνεδριάσεις. Ήταν μια πολύ καλά στημένη ιστορία για να βάλουμε από πίσω και τις λοιπές διατάξεις και να τις περάσουμε όλες μαζί. Ο Υπουργός προσπαθεί να υπερασπιστεί μια νομοθέτηση, η οποία έχει καταγγελθεί στο παρελθόν και από τους ίδιους.

Σήμερα μετά απ’ όλα αυτά που έχουν γίνει στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, νομίζω ότι θα έπρεπε να έχουμε γίνει σοφότεροι, παρόλα αυτά, εσείς συνεχίζετε θεωρώντας, ότι καλώς πράττετε. Αυτό είναι στην κρίση του κόσμου που παρακολουθεί. Εγώ έχω την υποχρέωση να σας δώσω το υπόμνημα που σας υποσχέθηκα και ευχαριστώ πολύ και να διευκρινίσω προς αποφυγή παρεξηγήσεων, ερίδων και διαπληκτισμών, όπως λέτε κι εσείς οι νομικοί, ότι στη Βουλή δεν είναι μόνο οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι του ελληνικού λαού, δεν είναι μόνο εκπρόσωποι των δικηγορικών συλλόγων, αλλά, είναι και άνθρωποι από όλες τις επιστημονικές και κοινωνικές ομάδες. Με αυτή την έννοια θέλω να σας πω, ότι καλό είναι και την ψυχραιμία μας να μη χάνουμε και να μη οργιζόμαστε, όταν γίνονται παρατηρήσεις, επισημάνσεις και γνήσιες ερωτήσεις για να διευκολυνθεί το νομοθετικό έργο.

Ξεκινώ, λοιπόν και εγώ από την Κύρωση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης. Δεν μπορούμε παρά να είμαστε θετικοί, επί της αρχής. Η βία κατά των γυναικών είναι ένα φαινόμενο υπαρκτό, οξύ και, φυσικά, απαράδεκτο. Δεν περιορίζεται σε κάποιο συγκεκριμένο πολιτικό, ή οικονομικό σύστημα. Είναι διαδεδομένη σε κάθε κοινωνία. Δεν γνωρίζει διαχωριστικές γραμμές από πλευράς πλούτου, φυλής ή πολιτισμού. Δεν είναι μόνο φτωχές γυναίκες, ή γυναίκες χαμηλής εκπαιδευτικής στάθμης. Θύματα και θύτες ανήκουν και σε πολύ υψηλά μορφωτικά επίπεδα.

Αυτό φάνηκε με τον πιο σαφή τρόπο στην κουβέντα που έγινε στη συνεδρίαση με την ακρόαση των φορέων. Εγώ θα μιλήσω για την Κύρωση της Κωνσταντινούπολης, γιατί, ακριβώς, είναι αυτό που πρέπει να γίνει και σε αυτή τη β΄ ανάγνωση. Είναι η μόνη ευκαιρία κάποια θέματα που αφορούν τα θέματα της ενδοοικογενειακής βίας -μέγα θέμα και για την ελληνική οικογένεια και για τις γυναίκες- να αναδειχθούν. Δεν θα το περάσω στα «ψιλά». Βεβαίως, εσείς έχετε αυτή την προσπάθεια κατά νου, να περάσουμε όλα μαζί τα θέματα, για να μην φανούν οι «λοιπές διατάξεις» και οι τροπολογίες που έρχονται σήμερα.

Η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου παρατηρεί εύστοχα, ότι και ο τρόπος και η σαφήνεια με την οποία έρχεται να εναρμονιστεί η αυτή Σύμβαση είναι, απολύτως, επιλεκτική. Δεν προκύπτει, δηλαδή, γιατί γίνεται η προσαρμογή στην ελληνική νομοθεσία ως προς ορισμένες μόνο διατάξεις της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης.

Αν θεωρούμε ότι η υφιστάμενη νομοθεσία είναι σωστή και είναι συμμορφωμένη με τα διεθνή κείμενα έχει καλώς. Αλλιώς, η νομοθετική πρωτοβουλία εναρμόνισης της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι ολοκληρωμένη.

Επειδή υπάρχει και μία προϊστορία, σε ό,τι αφορά στο σεβασμό των δικαιωμάτων των γυναικών με νομοθεσίες όλα τα προηγούμενα χρόνια, επιγραμματικά θα σας πω τους ν. 3226/2004, ο 3500/2006, ο 3769/2009, ο 3896/2010, ο 4055/2012, όλα αυτοί συνέβαλαν στο να μπορέσει να υπάρξει ένας στοιχειώδης σεβασμός των δικαιωμάτων των γυναικών.

Παρά τα βήματα, όμως, προόδου που έχουν γίνει, είναι σίγουρο, ότι τα στατιστικά στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας είναι αποκαρδιωτικά. Με την ευκαιρία, επειδή δεν έχω πάρει απάντηση επανέρχομαι στην ερώτησή μου. Στα τρεισήμισι χρόνια που κυβερνάτε, θέλω να μας πείτε, εάν υπάρχει κάποιο νομοθέτημα που να έχετε εισηγηθεί μέχρι σήμερα, που να έχει βελτιώσει την καθημερινότητα της ζωής των ατόμων, γυναικών και παιδιών, που είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Ειδικά αυτές οι εποχές, εν μέσω κρίσης, που είναι αυξημένη η ανεργία -και ξέρετε ότι πρωτίστως πλήττονται οι γυναίκες και οι νέοι- υπάρχει ένα βασικό ερώτημα: πόσο υλοποιήσιμα και πόσο αποτελεσματικά μπορεί να είναι όλα όσα θέτει η Σύμβαση.

Ξέρετε καλά, ότι, συνήθως, τα θύματα είναι άμεσα εξαρτώμενα από το θύτη τους και αναγκάζονται, εκ των πραγμάτων, ακόμη και αν κάνουν τη γενναία κίνηση να καταθέσουν μήνυση, να επιστρέψουν μετά στην οικογενειακή εστία. Όταν αναγκάζονται να επιστρέψουν, γιατί δεν υπάρχουν εναλλακτικές, έχω την αίσθηση ότι, μάλλον, ζουν σε καθεστώς τρόμου. Δυστυχώς, τα θύματα δεν έχουν ούτε την ψυχολογική, ούτε την οικονομική δυνατότητα για να μπορέσουν να φύγουν.

Επομένως, υπάρχουν πολλά ερωτήματα, εάν στην πράξη διασφαλίζεται η στήριξη αυτών των ανθρώπων. Δηλαδή, η σωματική και η ψυχική τους ακεραιότητα. Όπως είπαν και οι φορείς, 4.000 περιστατικά γυναικών το χρόνο επισκέπτονται τα Συμβουλευτικά Κέντρα της Γενικής Γραμματείας Ισότητας. Αυτές οι γυναίκες μπορεί να είναι αποφασισμένες να χωρίσουν. Δυστυχώς, όμως, μένουν και ζουν μέσα σε καταστάσεις βίας. Εγκλωβίζονται σε καταστάσεις φτώχειας και δεν μπορούν να πάρουν εύκολα την απόφαση να φύγουν, γιατί ξέρουν, πολύ καλά, ότι μετά από δύο και τρεις μήνες φιλοξενίας σε καταφύγια θα βρεθούν άπορες.

Αναφέρω τους δύο – τρεις μήνες, γιατί ξέρετε ότι αυτός είναι ο μέσος όρος φιλοξενίας. Υπάρχουν δυσκολίες. Μην κουνάτε το κεφάλι σας, κύριε Υπουργέ. Είτε είναι τρεις μήνες, είτε είναι έξι μήνες, ο χρόνος είναι ελάχιστος, όταν μία γυναίκα πρέπει να βρει σταθερή δουλειά για να μπορέσει να φύγει από την οικογενειακή εστία. Εξίσου σημαντικό είναι αυτό, που διαπιστώνουν όλοι όσοι δουλεύουν με τους θήτες. Ότι πολύ λίγοι είναι αυτοί, που φτάνουν στο σημείο, να θέλουν, να κάνουν αλλαγή στη συμπεριφορά τους. Οι εισαγγελείς αυτή τη στιγμή δε μπορούν, να κάνουν εκείνοι τη διαμεσολάβηση, που χρειάζεται ώστε να παραπέμπονται οι θύτες σε δομές και καταλήγουν ότι χρειάζονται περισσότερες δομές για θύτες, πιο υπεύθυνη μεταχείριση από την Πολιτεία και, φυσικά, πιο αποτελεσματική συνεργασία με την αστυνομία. Έτσι, λοιπόν, πέρα από την όποια ακαδημαϊκή συζήτηση γίνεται, στην πράξη η υλοποίηση μιας τέτοιας σύμβασης δεν είναι ούτε απλό ούτε εύκολο θέμα. Σ’ αυτό το πλαίσιο η αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτού του οξύτατου κοινωνικού φαινομένου από άποψη νομική, αλλά και στην πράξη είναι ένα ζητούμενο, είναι ένα μακροχρόνιο αίτημα της κοινωνίας, αλλά και της επιστημονικής κοινότητας.

Θα σας έλεγα ότι η προσωπική μου άποψη είναι ότι το κλειδί μπορεί, να βρίσκεται στην επιμόρφωση, στην παιδεία από το σχολείο, από το Δημοτικό μέχρι και το Πανεπιστήμιο, εκπαιδεύσεις για το πώς πρέπει, να χειρίζονται και ποιες είναι οι πρώτες βοήθειες που πρέπει, να παρέχονται σ’ ένα κακοποιημένο άτομο. Επιμορφώσεις, χρηματοδότηση, επικοινωνιακές καμπάνιες προγράμματα στους επαγγελματίες, αλλά και στους φοιτητές, για να μπορέσουν, να κατανοήσουν τι σημαίνει ενδοοικογενειακή βία, τι σημαίνει ο χώρος της οικογένειας, ο χώρος της προσωπικής ασφάλειας και ανάπτυξης του κάθε ανθρώπου.

Έχουμε καταθέσει τρεις βελτιωτικές προτάσεις και εν τάχει θέλω, να σας τις πω. Στο άρθρο 2: Η απάνθρωπη πρακτική του σεξουαλικού ακρωτηριασμού, ειδικά, μέσα στις συνθήκες της προσφυγικής κρίσης πιστεύουμε ότι δεν αφορά μόνο τις γυναίκες, αλλά και τους άντρες και τα παιδιά. Θέλουμε, λοιπόν, ότι πρέπει, να γίνει επέκταση της διάταξης.

– Στο άρθρο 3: Απαιτείται ενίσχυση κι αναβάθμιση του θεσμού της ποινικής διαμεσολάβησης για τις υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας. Δε θα πρέπει, ν’ αφεθεί σε μια προσχηματική επιλογή, απλώς και μόνο για ν’ αποφύγει κανείς τις ποινικές ευθύνες, ν’ αρχειοθετείται μετά η υπόθεση. Ένα πράγμα που μάλλον είναι αυτό, που γίνεται σήμερα. Πρέπει, να υπάρχει αποτελεσματικός μηχανισμός εποπτείας και παρακολούθησης του εάν συμμορφώνεται ή όχι ο θύτης με τους όρους της ποινικής διαμεσολάβησης

– Τέλος, άρθρο 5 παράγραφος 2: Είναι γνωστό ποιος παρακολουθούν συμβουλευτικό πρόγραμμα, μπορεί, να πάρουν αναστολή δίωξης. Οι περισσότεροι αποδέχονται τη συμμετοχή τους σ’ αυτά τα προγράμματα – και το ξέρετε καλά – για να γλιτώσουν τη δίωξη, στην πορεία, όμως, οι περισσότεροι σταματούν την παρακολούθηση και συνεχίζουν, να βιαιοπραγούν. Προτείνουμε, λοιπόν, όταν κάποιος δεν παρακολουθεί το πλάνο, που υπάρχει στο πρόγραμμα, να συνεχίζεται η δίωξή του. Δεύτερον, επειδή, συνήθως, από ένα έως δύο χρόνια και πάνω από δύο χρόνια υπάρχει η δυνατότητα της μετατροπής της ποινής φυλάκισης σε χρηματική ποινή ή πρόστιμο, προτείνουμε όταν υπάρχει καταδίκη για πάνω από δύο χρόνια, να μην επιτρέπεται ούτε η αναστολή, ούτε η μετατροπή της ποινής του. Εξάλλου, ξέρετε ότι είναι ιδιώνυμο το αδίκημα, άρα τέτοιες δυνατότητες μας δίνει ο νόμος.

– Μέρος 2: Εδώ πρέπει, να σας πω ότι θεωρούμε θετικό ότι έρχεται σε μια περίοδο, που το ευρωπαϊκό οικοδόμημα δείχνει συχνά τις ανεπάρκειές του κι αυξάνουν και οι ηχηρές φωνές τις αμφισβήτησής του. Κάθε μέτρο, κάθε ενσωμάτωση απόφασης-πλαισίου που στοχεύει στην κοινή αντιμετώπιση με αμοιβαίες αναγνωρίσεις στην εσωτερική νομοθεσία κράτους-μέλους, θεωρούμε ότι λειτουργεί ενισχυτικά για την κοινή ευρωπαϊκή μας πορεία. Επομένως, αντιμετωπίζουμε το μέρος δύο με ό,τι επισημάνσεις έχω κάνει στο υπόμνημα στη θετική κατεύθυνση.

– Μέρος 3: Γι’ αυτό ό,τι και να πούμε, είναι πάρα πολύ λίγο, κ. Υπουργέ. Μόνος σας είπατε ότι «προκειμένου, να σας φέρνουμε τροπολογίες, σας φέραμε λοιπές διατάξεις». Επίσης, από μόνος σας δεχθήκατε ότι είναι άσχετες μεταξύ τους, είναι διάφορες σημειακές παρεμβάσεις, που κάνετε είτε στον Ποινικό Κώδικα είτε στο Σωφρονιστικό Κώδικα. Εμείς, θέλουμε, απλά, να σας πούμε ότι οι νόμοι φτιάχνονται – ή τουλάχιστον αυτό είναι το ευκταίο – για να είναι κατανοητοί από τον κάθε Έλληνα πολίτη και όχι μόνο από τους Έλληνες επιστήμονες στο χώρο της δικαιοσύνης. Μ’ αυτή την έννοια χρειάζεται, να είναι ξεκάθαρο και σαφές το κάθε νομοθέτημα, για να μπορεί, να επιτελεί το σκοπό.

Το πρόβλημα, λοιπόν, της κακής νομοθέτησης – γιατί γι’ αυτό μιλάμε σήμερα και με τις λοιπές διατάξεις, αλλά και με τη σωρεία των τροπολογιών, που δεν ξέρω, εάν θα σταματήσουν μέχρι την Ολομέλεια – έχουμε ένα διαχρονικό ζήτημα, που εσείς προσπαθήσατε, να το υπερασπιστείτε, κ. Υπουργέ. Δεν καταλάβατε, όμως, ότι οι εποχές πια δεν είναι οι ίδιες.

Είναι λάθος να επιμένετε να νομοθετείτε με αυτό τον τρόπο, γιατί εδώ η προσπάθεια είναι να μπορέσουμε να υπερβούμε τα κακώς κείμενα, να ξεπεράσουμε και να διορθώσουμε τις χρόνιες στρεβλώσεις.

Όσον αφορά τις τροπολογίες. Τροπολογία που αφορά την ιθαγένεια. Πρόκειται για διατάξεις με θετικό πρόσημο, όμως δεν αντιμετωπίζουν το βασικό πρόβλημα που υπάρχει στην παρούσα φάση και είναι οι πολύχρονες καθυστερήσεις στις διαδικασίες που ξεπερνούν κατά πολύ τις προθεσμίες που ορίζει ο νόμος.

Εδώ, λοιπόν, έρχεστε και ρυθμίζετε θέματα που με τον νόμο το δικό σας, προσπαθήσατε να ρυθμίσετε, αλλά επειδή τα κάνετε όλα βιαστικά, «στο πόδι», και με προχειρότητα, βγαίνουν στην πορεία υλοποίησης, συνεχώς προβλήματα. Αυτό δείχνει και τον πρόχειρο τρόπο με τον οποίο νομοθετείτε και την έλλειψη μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης και την έλλειψη εμπειρίας. Επομένως, λοιπόν, έρχεστε εδώ και προσπαθείτε να διορθώσετε πράγματα που από την πρώτη ώρα έπρεπε να έχουν λυθεί. Π.χ., παράγραφος 1. Λέτε ότι ο νόμος για την ιθαγένεια προβλέπει την φοίτηση σε ελληνικά σχολεία για την απόκτηση ιθαγένειας και υπάρχει ένα θέμα με τα ξένα σχολεία, που ακολουθούν ελληνικό πρόγραμμα σπουδών και νοούνται ως ελληνικά σχολεία. Το διευκρινίσατε σε προηγούμενη τροπολογία, ξεχάσατε, όμως, να βάλετε επέκταση της ισχύος της ρύθμισης και σε υποκατηγορίες, π.χ. Λεόντειος.

Έχουμε, λοιπόν και μια ερώτηση σε σχέση με την παράγραφο 3, όπου δίνετε το δικαίωμα στους μετανάστες, που έχουν συμπληρώσει 12 χρόνια νόμιμης διαμονής, να υποβάλουν αίτηση για ιθαγένεια, χωρίς να κατέχουν συγκεκριμένο τύπο άδειας διαμονής. Τι σημαίνει ο όρος που χρησιμοποιείτε «κάθε έγκυρο τίτλο διαμονής»; Αν μπορείτε λίγο να μας το εξηγήσετε αυτό.

Και φυσικά έρχεστε εδώ, σε μια προσπάθεια που έχει ξεκινήσει από προηγούμενες κυβερνήσεις, να νομοθετήσετε κάτι με αριστερό πρόσημο, γιατί όλα τα άλλα, βλέπε πλειστηριασμούς και όλες οι άλλες προσπάθειες που κάνετε το τελευταίο διάστημα, δεν σας «βγαίνουν», είναι πιο νεοφιλελεύθερες και από τις αποφάσεις που θα έπαιρνε ποτέ η Ν.Δ.

Όσον αφορά την τροπολογία της κινητικότητας. Εδώ, λοιπόν, υπάρχει αποτυχία στο εγχείρημα, διότι υπάρχει πολύ μικρή συμμετοχή των δημοσίων υπαλλήλων στο θέμα της κινητικότητας και η δυσκαμψία του ν.4440/2016, που όταν το φέρατε προς ψήφιση, σας είχε επισημανθεί από όλες τις πτέρυγες της Βουλής, ότι υπάρχει ένα θέμα, έρχεστε τώρα να λύσετε με ένα εμβαλωματικό τρόπο διάφορα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί. Το ερώτημα είναι, πού βρίσκεται η αξιολόγηση των δομών και η κατάρτιση των περιγραμμάτων θέσεων εργασίας και εάν έχει γίνει πράξη η καταχώρηση των στοιχείων στο ψηφιακό οργανόγραμμα. Το σίγουρο, είναι, ότι μέσα από αυτή την τροπολογία, εσείς φαίνεται ένα πράγμα μόνο να μπορείτε να πετυχαίνετε πλήρως, το σχέδιό σας για πλήρη άλωση, όλων των ανώτερων θέσεων των Υπουργείων και των φορέων. Και σας μιλώ για τις φωτογραφικές προκηρύξεις που έχουν βγει, για τους Γραμματείς οποιασδήποτε ειδικότητας και έχετε στήσει τώρα τελευταία, μια τέτοια διαδικασία προκηρύξεων.

«Σύζευξις». Χάρηκα πάρα πολύ που άκουσα την κυρία Γεροβασίλη να μιλάει με θετικά λόγια για ένα έργο που έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα στη δημόσια διοίκηση. Παρόλα αυτά, εσείς ποτέ δεν το στηρίξατε, ουδέποτε, για να θυμόμαστε λίγο και από πού ερχόμαστε. Σήμερα, λοιπόν, ακούω ότι «μετά βαΐων και κλάδων» είστε υπερασπιστές αυτής της πρωτοβουλίας και αυτής της προσπάθειας και μας λέτε κιόλας μετ’ επιτάσεως τα θετικά που έχουν προκύψει στο δημόσιο τομέα από το «Σύζευξις». Ευχαριστούμε που «προσγειωθήκατε» στην πραγματικότητα. Θα σας πω, όμως, δύο πράγματα. Πρώτον, ότι έχετε καθυστερήσει σε αυτές. 30/5 του 2014 αυτές οι συμβάσεις είχαν ξεκινήσει, έληγαν 01/10 του 2016. Από τότε, από το 2016 μέχρι το 2018, έχει περάσει άπειρος χρόνος και αυτός ο χρόνος, θέλω να το ξέρετε, σε τέτοιου είδους συμβάσεις, λειτουργεί αποδυναμώνοντας την διαπραγμάτευση και γι’ αυτό, η έκπτωση που πετύχατε, είναι κάτι ανάμεσα σε 15 με 20%, όταν οι προηγούμενες κυβερνήσεις κατάφεραν να πάρουν ένα 25% στη μείωση, γλυτώνοντας το ελληνικό δημόσιο από 7 εκατομμύρια ετησίως, από τη διαδικασία αυτής της διαπραγμάτευσης.

Ευχαριστώ, επιφυλασσόμαστε στην Ολομέλεια, κυρία Πρόεδρε”.

Δείτε το σχετικό βίντεο εδώ: