Συνέντευξη στην εφημερίδα “ΗΜΕΡΗΣΙΑ” και στο δημοσιογράφο Δημήτρη Τσιούφο, έδωσε το Σάββατο 1η Οκτωβρίου, η Βουλευτής Δράμας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Χαρά Κεφαλίδου.
Μετά τις τελευταίες εξελίξεις στο θέμα των τηλεοπτικών αδειών, η Φ. Γεννηματά υποστήριξε ότι πολιτικά, ηθικά και νομικά ο διαγωνισμός έχει καταρρεύσει και πως ήρθε η ώρα του εισαγγελέα. Εκτιμάτε ότι το ζήτημα θα κριθεί στα δικαστήρια ή ότι ως πρωτίστως πολιτικό θέμα θα προκαλέσει και πολιτικές εξελίξεις;
Δεν ανήκω στη σχολή των πολιτικών που επιχειρούν να προκαταλάβουν τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης, όπως το έπραξε απροκάλυπτα ο πρωθυπουργός κατά τη συνέντευξη Τύπου στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Ασφαλώς το σίριαλ με τις τηλεοπτικές άδειες έχει σοβαρότατες πολιτικές διαστάσεις.
Η Κυβέρνηση εκτέθηκε ανεπανόρθωτα με τις πρωτόγνωρες διαδικασίες που επέλεξε και τις προτιμήσεις που έδειξε τόσο για υπερθεματιστές που ενίσχυσε προκλητικά, όσο και για αυτούς που δήλωσαν ανερυθρίαστα ότι ήταν «λαγοί» του Μαξίμου.
Άλλο ένα πλήγμα στην ετερόκλητη Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και στο περιβόητο «ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς», που αποτέλεσε σημαία του κ. Τσίπρα. Όσο για το πολιτικό κόστος, μια ματιά σε όλες τις δημοσκοπήσεις είναι αρκετή για να δει πως η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών έχει πάρει είδηση τι συμβαίνει.
Πού, κατά την άποψή σας, εδράζεται η βεβαιότητα της Kυβέρνησης, όπως την εξέφρασαν πολιτικοί και νομικοί κύκλοι του Μεγάρου Μαξίμου, ότι η έκπτωση του κ. Καλογρίτσα δεν προκαλεί κανένα πρόβλημα και πως ο διαγωνισμός θα προχωρήσει κανονικά;
Το μόνο που μπορώ να σκεφτώ είναι ότι αυτή η βεβαιότητα εδράζεται στην αλαζονεία του αδαούς. Η Kυβέρνηση παρέκαμψε το ΕΣΡ και το υποκατέστησε με διαδικασίες δικής της επινόησης, πρωτάκουστες στις δυτικές δημοκρατίες. Ο κ. Καλογρίτσας χρηματοδοτήθηκε από την Τράπεζα Αττικής την ίδια στιγμή που άλλοι επιχειρηματίες, βρίσκουν τις πόρτες των τραπεζών κλειστές ακόμα και για ένα στοιχειώδες κεφάλαιο κίνησης. Και δεν σταματούν εκεί. Βρέθηκε με τις ευλογίες του ΣΥΡΙΖΑ να καπαρώνει «φιλέτα» σε οδικά δίκτυα με εγγύηση… αέρα κοπανιστό. Τώρα που το «χαρτί» του «αριστερού υπερθεματιστή» κάηκε, η Κυβέρνηση σφυρίζει αδιάφορα και ετοιμάζεται να ποντάρει στον επόμενο. Είναι δυνατόν ένας τέτοιος χειρισμός να μην εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την εγκυρότητα του διαγωνισμού και συνεπώς για την όλη διαδικασία;
Μιλήσατε, προηγουμένως, για τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις και σε όλες είδαμε μια μεγάλη υποχώρηση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και την αδυναμία της Δημοκρατικής Συμπαράταξης να αυξήσει τις δυνάμεις της, μένοντας καθηλωμένη σε ποσοστά πέριξ του 5%. Γιατί η Δημοκρατική Συμπαράταξη αδυνατεί να κερδίσει κάτι από τις απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ;
Το σοκ των συμπολιτών μας που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ ή πρόσφεραν την ανοχή τους είναι μεγάλο. Ψήφισαν μια κυβέρνηση που θα γυρνούσε τον χρόνο πίσω, που θα έσκιζε μνημόνια, θα καταργούσε τον ΕΝΦΙΑ, θα έδινε 13η σύνταξη και σήμερα βρίσκονται αντιμέτωποι με την πραγματικότητα της αβάσταχτης φορολόγηση, της εξαΰλωσης των συντάξεων, σε συνδυασμό με τη στάση πληρωμών στο δημόσιο και έπεται συνέχεια.
Η αποσυσπείρωση, συνεπώς, των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι απότοκος της ανώμαλης προσγείωσης στον ρεαλισμό. Στην πολιτική όμως, δεν λειτουργούν αυτοματισμοί μετατόπισης ψηφοφόρων.
Είναι πρόκληση, στόχος και όρος επιβίωσης του δικού μας χώρου να αντιληφθεί τα νέα δεδομένα και να αρθρώσει έναν πειστικό εναλλακτικό λόγο, με κύριο αποδέκτη το Κέντρο και τις σύγχρονες δυνάμεις της κοινωνίας. Το εγχείρημα δεν είναι εύκολο και ο χρόνος πιεστικός.
Μήπως το «brand name» ΠΑΣΟΚ είναι αυτό που δεν είναι πλέον ελκυστικό; Μήπως χρειάζεται ένας πραγματικά νέος πολιτικός φορέας στον χώρο της ευρύτερης Κεντροαριστεράς, ώστε να γίνει περισσότερο ελκυστική και η πολιτική σας πρόταση;
Τα κόμματα δεν είναι ταμπέλες χωρίς περιεχόμενο και προοπτικές. Η αποστέωσή τους τα τελευταία χρόνια έδωσε χώρο στην ανάδειξη τάσεων και απόψεων, με ακραίες και επικίνδυνες για την κοινωνία επιπτώσεις.
Σήμερα, ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας που δεν εκφράζεται δεν ξέρει ποιόν να εμπιστευθεί. Στέκεται σκεπτικό, παρακολουθεί και αξιολογεί τις επιλογές μας. Κάποια στιγμή, που δεν θα αργήσει, θα μας κρίνει και θα είναι αυτός που θα διαμορφώσει το τοπίο της επόμενης μέρας.
Κριτήριο για να έχει τύχη η όποια πρωτοβουλία είναι η ικανότητά να εκφράσει, την αγωνία της παραγωγικής Ελλάδας, των αγροτών, των επιστημόνων, των ελεύθερων επαγγελματιών , των μισθωτών που θα στηρίξουν το αυριανό κοινωνικό κράτος. Η μετάβαση της χώρας στην μετά μνημόνιο εποχή είναι η πραγματική πρόκληση για όλο το πολιτικό σύστημα.
Σε ότι μας αφορά, σκοπός μας δεν είναι να γίνουμε ελκυστικοί αλλά χρήσιμοι. Αυτό μπορούμε να το πετύχουμε με ειλικρίνεια, σαφήνεια και καθαρότητα πολιτικού λόγου που θα δίνει λύσεις στα σημερινά αδιέξοδα.
Τι, κατά την άποψή σας, έφταιξε και οδηγήθηκε σε «ναυάγιο» η προσπάθεια συμπόρευσης με το Ποτάμι; Οι ηγετικές φιλοδοξίες κάποιων κορυφαίων στελεχών ή οι διαφορετικές προσεγγίσεις στο θέμα των μετεκλογικών συνεργασιών;
Θα είμαι σαφής. Η προσπάθεια οφείλει να συνεχιστεί. Ανάμεσα στην έξαλλη πολιτική της κυβέρνησης και την επαμφοτερίζουσα τακτική της ΝΔ, που δεν δείχνει ακόμη σημάδια απαλλαγής από αγκυλώσεις και αναχρονισμούς, υπάρχει η αδήριτη ανάγκη ανασυγκρότησης ενός νέου, σύγχρονου φορέα με την ευρύτερη δυνατή συσπείρωση των κατακερματισμένων δυνάμεων του χώρου.
Στην προσπάθεια αυτή, δεν μπορώ να διανοηθώ ότι μπορούν να σταθούν εμπόδιο εγωισμοί και προσωπικοί μικροϋπολογισμοί.
Κυβερνητικά στελέχη και προσωπικά ο Αλ. Τσίπρας αποκλείουν κάθε ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών. Πιστεύετε ότι στον σχεδιασμό του πρωθυπουργού βρίσκεται ή μπορεί να ενταχθεί και η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες;
Αντιστρέφω το ερώτημα. Πιστεύουν οι συμπολίτες μας ότι με μια τέτοια κυβέρνηση ο τόπος μπορεί να προκόψει; Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ προκαλεί μεγάλη ζημιά στον τόπο. Ξέρει κανείς τι έχει στο μυαλό του ο κ. Τσίπρας; Ακροβατεί ανάμεσα στα προαπαιτούμενα, που τα προωθεί με το ζόρι και μετά από ατέρμονες διαβουλεύσεις με τους δανειστές και στις αυταπάτες του με τα υπερφίαλα προγράμματα της Θεσσαλονίκης.
Ένα είναι σίγουρο, ότι τις εκλογές τις αποφασίζει ο πρωθυπουργός. Επειδή η κάθε απόφαση αυτής της κυβέρνησης έχει ως γνώμονα την παραμονή της στην εξουσία με οποιοδήποτε κόστος, οι πρόωρες εκλογές θα προκύψουν μόνο ως ατύχημα.
Τα… βαριετέ τελείωσαν. Ωρα για ένα εθνικό αφήγημα.
Το ΠΑΣΟΚ και η Δημοκρατική Συμπαράταξη υποστηρίζουν στρατηγικά στην αναγκαιότητα δημιουργίας μιας κυβέρνηση εθνικής συνεννόησης, με τη συμμετοχή και των δύο μεγάλων κομμάτων. Με τα σημερινά δεδομένα και το συγκρουσιακό κλίμα που έχει διαμορφωθεί πόσο εφικτό είναι να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ;
Στις Δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Όταν οι ανάγκες το απαιτούν το πολιτικό σύστημα οφείλει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. Είναι δυνατόν εδώ να καίγεται ο κόσμος και η πολιτική ηγεσία του τόπου να υψώνει τείχη αδιαλλαξίας και πολιτικών εμμονών και ιδεοληψιών;
Αυτό που συμβαίνει σήμερα φανερώνει την πολιτική μας ανωριμότητα. Κάθε φορά που βάζουμε μπροστά τις διαφωνίες μας, αναλωνόμενοι σε στείρους μονολόγους, το μόνο που καταφέρνουμε είναι η επιδείνωση της χώρας και της κατάστασης των Ελλήνων πολιτών. Περιθώρια για βαριετέ προς τέρψη του φιλοθεάμονος κοινού δεν υπάρχουν, απλά γιατί το κοινό μας τελείωσε. Η παρακολούθηση των εκατέρωθεν αντεγκλήσεων στη Βουλή δεν προκαλεί ούτε γέλιο πια.
Στη Δημοκρατική Συμπαράταξη λέμε από πολύ νωρίς με όλους τους τρόπους και σε όλους τους τόνους ότι η χώρα για να μπορέσει να σταθεί χρειάζεται ένα εθνικό σχέδιο – ένα εθνικό αφήγημα και αυτό δεν μπορεί να είναι πόνημα ενός κόμματος. Με φοβίζει η απερισκεψία, η ελαφρότητα και οι εμμονές των κυβερνώντων. Ακόμη περισσότερο με φοβίζει, η παραμονή στη στείρα αντιπαράθεση μετά από την εμπειρία έξι χρόνων μνημονίων. Τέλος, με φοβίζει ο χρόνος που θα απαιτηθεί και όλα τα δεινά που θα έχει φέρει μαζί του μέχρι να γίνει αντιληπτή από το πολιτικό μας σύστημα η αδήριτη ανάγκη εθνικής συνεννόησης.
Μπορείτε να διαβάσετε τη συνέντευξη και εδώ.