Η Χαρά Κεφαλίδου για τη διασύνδεση των Πανεπιστημίων με την Οικονομία
Ομιλία στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων (βίντεο)

Τοποθέτηση της Χαράς Κεφαλίδου, βουλευτού Δράμας και τομεάρχου Παιδείας και Θρησκευμάτων του Κινήματος Αλλαγής κατά τη σημερινή συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων, με θέμα: «Το Ελληνικό Πανεπιστήμιο στην εποχή των Εκθετικών Τεχνολογικών Αλλαγών». Η εν λόγω συνεδρίαση εντάσσεται σε σειρά συνεδριάσεων της Επιτροπής με την ίδια θεματική και αποσκοπεί στην ανάδειξη των ζητημάτων τα οποία έχουν λειτουργήσει ως τροχοπέδη κατά τις πρώτες προσπάθειες διασύνδεσης των Πανεπιστημίων με την οικονομία, την καταγραφή προτεινόμενων λύσεων για την ενιαία και αποτελεσματική αντιμετώπισή τους, καθώς και την υποβολή προτάσεων για την επίτευξη του μέγιστου βαθμού διασύνδεσης των Πανεπιστημίων με την οικονομία, τη βιομηχανία και την αγορά εργασίας και την προσαρμογή τους στις εξελίξεις της σημερινής εποχής των Εκθετικών Τεχνολογικών Αλλαγών.

Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία:

«Είναι γεγονός ότι παρακολουθώ μια συζήτηση που τα συναισθήματά μου είναι ανάμεικτα. Γιατί υπάρχει μία θλίψη στο γεγονός ότι μετά από τόσες καταγραφές που έχουν γίνει στα θέματα παιδείας, μετά από όλα αυτά τα χρόνια που έχουν περάσει, που έχουν αναδειχθεί οι χιλιάδες παθογένειες και τα προβλήματα που υπάρχουν, εμείς συζητούμε και πάλι ένα θέμα που έρχεται και επανέρχεται και είναι οι προσπάθειες διασύνδεσης των ελληνικών ΑΕΙ με την οικονομία.

Αυτές οι προτεινόμενες καταγραφές λύσεων για να έχουν μια αποτελεσματική δυνατότητα, θα πρέπει να μην μένουν κάθε φορά η κάθε προσπάθεια στα συρτάρια των Υπουργών, αλλά να μπορέσουν κάποια στιγμή να δοθούν απαντήσεις για το τι πήγε μέχρι τώρα στραβά. Δηλαδή, ποιοι είναι οι λόγοι για τους οποίους μέχρι σήμερα δεν μπορέσαμε να υλοποιήσουμε προτάσεις και πρωτοβουλίες που κατά καιρούς έχουν κατατεθεί. Από τη μία μιλάμε για τεχνολογικές αλλαγές που πραγματικά αλλάζουν τη ροή των πραγμάτων και καταλαβαίνουμε ότι είναι απόλυτη ανάγκη να τρέξει και η εκπαίδευση παράλληλα.

Από την άλλη μεριά, σήμερα γίνεται μία συζήτηση, η οποία είναι εξαιρετικά θετικό ότι γίνεται, γιατί έχουμε και τη συγκυρία της πανδημίας που λειτουργεί ως καταλύτης και για να υπάρξει επίσπευση αλλά και η εντατικοποίηση της προσπάθειας να μπορέσει η πολιτεία να δει με περισσότερη σοβαρότητα και προσήλωση τι μέτρα και τι δράσεις θα χρειαστεί να πάρει, ώστε να ανταποκριθεί σε αυτές τις σύγχρονες προκλήσεις.

Θέλω να ευχαριστήσω πάρα πολύ τον κ. Μήτκα και τον κ. Μπουντουβή για τη σημερινή τους παρουσία. Υπήρχε και ειλικρίνεια και ρεαλισμός από τη μεριά τους, αλλά υπάρχουν και κάποιες ερωτήσεις οι οποίες πραγματικά απασχολούν κυρίως τους πολίτες, θα σας έλεγα τους πολίτες των παραγωγικών ηλικιών, νέους επιστήμονες, φοιτητές και φυσικά, τον κόσμο των επιχειρήσεων. Το πρώτο ερώτημα λοιπόν, είναι πώς θα κερδίσουμε τον χαμένο χρόνο στον εκσυγχρονισμό αυτής της παρεχόμενης εκπαίδευσης, από το δημόσιο πανεπιστήμιο. Θα ήθελα από τη εμπειρία τους να μας πουν, εάν το υπάρχον συνταγματικό και νομικό πλαίσιο των πανεπιστημίων, λειτουργεί ανασταλτικά στην πρόοδο και στον εκσυγχρονισμό της ανώτατης εκπαίδευσης. Αν θεωρούν, ότι η μόνη λύση για να ξεπεραστούν προβλήματα είναι η ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ, είτε διά της ευθείας είτε διά της πλαγίας οδού. Σήμερα ξέρετε, λειτουργούν ποικίλων μορφών και λειτουργιών κολλέγια.

Απ’ την άλλη, έχουμε διασύνδεση πανεπιστημιακών τμημάτων με την οικονομία και τις επιχειρήσεις που κάπου σκοντάφτει. Πώς γίνεται πρακτικά και μεσοπρόθεσμα να αρθούν αυτά τα εμπόδια; Δηλαδή, ουσιαστικά θέλουμε να μας πείτε κάποιους τρόπους, μέσα, πρακτικές, δράσεις, ώστε το δημόσιο πανεπιστήμιο να μπορεί να γίνει ένας αξιόπιστος συνομιλητής και γιατί όχι και συνεργάτης της αγοράς εργασίας. Παραδείγματα από τη μεριά σας, που μπορούν να συμβάλλουν στην ελαχιστοποίηση της γραφειοκρατίας, που τελικά είναι ο μεγάλος κακός δαίμονας σε ότι καινοτόμο και ρηξικέλευθο προσπαθούμε να κάνουμε και οδηγεί πάντα στην ακύρωση κάθε προσπάθειας εκσυγχρονισμού και σύζευξης της επιχειρηματικότητας με την πανεπιστημιακή γνώση.

Κάτι άλλο το οποίο βλέπω να αρχίζει να συζητιέται δειλά δειλά και να ξαναμπαίνει στο δημόσιο διάλογο, είναι το θέμα της πιο ευέλικτης και αποτελεσματικής διοίκησης των ΑΕΙ, χωρίς σε καμία περίπτωση αυτό να σημαίνει έκπτωση στη διαφάνεια ή στη λογοδοσία. Αυτό, λοιπόν, μου δημιουργεί την ανάγκη να σας ρωτήσω πόσο αποτελεσματική μπορεί να είναι η αλλαγή του μοντέλου διοίκησης με τη συμμετοχή στη διοίκηση των πανεπιστημίων και προσώπων εκτός ιδρυμάτων και τι κινδύνους μπορεί να εμπεριέχει μια τέτοια επιλογή. Είναι θέματα, τα οποία έχουν ανοίξει και παλαιότερα με το νόμο Διαμαντοπούλου. Συνάντησαν μια σθεναρή άρνηση στην εφαρμογή τους στο παρελθόν και πραγματικά περιμένω με ενδιαφέρον να ακούσω, εάν σήμερα είμαστε περισσότερο έτοιμοι, η πανεπιστημιακή κοινότητα κυρίως, να προχωρήσει σε μια τέτοιας μορφής διοίκηση και γιατί αν είμαστε, με τι εχέγγυα δηλαδή, μπορούμε να προχωρήσουμε.

Το άλλο που θέλω να σας ρωτήσω, είναι εάν αισθάνεστε κι εσείς ότι ήρθε πια η ώρα και με ποιους τρόπους μπορεί να γίνει να απελευθερωθεί το πανεπιστήμιο, από τις όποιες κομματικές εξαρτήσεις. Τελειώνοντας, θα ήθελα να σας πω ότι η όποια προσπάθεια έχει γίνει μέχρι σήμερα είναι σε επίπεδο νομοθέτησης. Έχουμε ένα πολύ μεγάλο θέμα, σε ότι αφορά την υλοποίηση των νομοθετημάτων, που κατά καιρούς ψηφίζονται. Εμείς μεταξύ μας, ως πολιτικό προσωπικό, αισθανόμαστε ότι έχουμε προχωρήσει με μεταρρυθμιστικά βήματα, αλλά τελικά το αποτέλεσμα στην πανεπιστημιακή κοινότητα και κυρίως, στην κοινότητα την επιστημονική, φαίνεται ότι έχει ελάχιστη απήχηση.

Με αυτές τις λίγες σκέψεις και ευχαριστώντας και πάλι τον Πρόεδρο της Επιτροπής για την πρωτοβουλία της σημερινής κουβέντας, περιμένω με πολύ ενδιαφέρον τις απαντήσεις σας».

Μπορείτε να δείτε την ομιλία εδώ: